|
Εισαγωγικό Σημειώμα
|
|
Στεμνίτσα, 30 Οκτωβρίου 1825
Σχέδιο αναφοράς του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη προς τη Διοίκηση με την οποία αναφέρει την κακή κατάσταση του στρατοπέδου. Ο Θεόδ. Κολοκοτρώνης σχολιάζει πως το βασικότερο πρόβλημα για τις έως τώρα στρατιωτικές αποτυχίες ήταν η παντελής έλλειψη των αναγκαίων. Αναφέρεται στην πληροφορία περί άφιξης του εχθρικού στόλου στο Νεόκαστρο και απόβασης στρατιωτών και παραπονείται ότι δεν είχε σχετική ενημέρωση (βλ. και σχετικά). Επισημαίνει ότι έχει λάβει ελάχιστα τρόφιμα (μόνο αλεύρι) και ζητά από τη Διοίκηση να αποστείλει τα αναγκαία, καθώς «ἡ περίστασις εἶναι κρίσιμος καὶ ὁ κίνδυνος ὄχι εὐκαταφρόνητος». Τέλος διαμαρτύρεται γιατί ορισμένες επαρχίες δεν προσφέρουν στρατιώτες στον αγώνα: του Άργους, της Τσακωνιάς, της Μονεμβασιάς, του Κάτω Ναχαγιέ, ενώ τέλος ζητά να επιστρέψουν όσα στρατεύματα πήγαν σε Ύδρα και Σπέτσες, τώρα που παρήλθε ο κίνδυνος, αφού ο στόλος δεν κατευθύνθηκε προς αυτά.
|
|
Κείμενο
|
|
Σεβαστὴ Διοίκησις!
[Μὲ] διαφόρους ἀναφορὰς μου ἔκαμα γνωστὴν πρὸς τὴν Διοίκησιν τὴν κατάστασιν τοῦ στρατοπέδου, ἐλ<ε>εινολόγουν τὸ ἀνοικονόμητον. [...] ὅτι συνηθροιζόμεθα μὲ σκοπὸν νὰ κάμωμεν μία δοκιμὴν εἰς τὴν Τριπολιτζάν, ἀλλ’ ἡ παντελὴς ἔλλειψις τῶν [ἀναγ]καίων μᾶς ἐμπόδισεν [[καὶ ἐμποδίζει]] μέχρι τοῦδε. Σήμερον παρ’ ἐλπίδα εἰδοποιούμεθα ἐκ φήμης καὶ ἀπὸ τοὺς πρὸς τὰ μέρη τῆς Ἀρκαδίας, ὅτι ὁ ἐχθρικὸς στόλος ἔφθασεν εἰς Νεόκαστρον πρὸ ἑπτὰ ἡμερῶν καὶ κάμνει ἐκεῖ τὰς ἀποβάσεις του. Τοῦτο μᾶς ἔβαλεν εἰς ἀπορίαν καὶ λύπην, πῶς νὰ μὴ λάβωμεν ἀπό τινα κᾀμμίαν προλαβοῦσαν εἴδησιν καὶ νὰ τὸ μάθωμεν ἐσχάτως ἐκ φήμης. Ἐντοσούτῳ ἢ οὕτως ἢ ἀλλέως, νέοι ἐχθροὶ ἀπέβησαν εἰς Πελοπόννησον καὶ ἡ δύναμις τοῦ ἐχθροῦ ἐπλεόνασε [[ἐμεγαλύνθη]], καὶ ὁ κίνδυνος ἐμεγαλύνθη. Ἡμεῖς δὲ ἐν τούτοις καταγινόμεθα κατὰ τὸ χρέος μας εἰς τὴν βελτίωσιν τοῦ στρατοῦ μας, [καί] ἀπεκδεχόμεθα κάθε ἐνδεχόμενον, καὶ θέλομεν ἀνθέξει κατὰ τὴν δύναμιν καὶ τὰ μέσα, [τά] ὁποῖα [[ἔχουν οἱ]] εἶναι προβλεμμένα εἰς τοὺς στρατιώτας. Προλαμβάνομεν ὅμως νὰ κάμωμεν καὶ τώρα πάλιν ἁπλῶς γνωστὸν εἰς τὴν Διοίκησιν ὅτι μᾶς ἐλλείπουν ὅλα ἐν γένει τὰ μέσα τὰ ἀναγκαῖα εἰς τὴν συντήρησιν τοῦ στρατοπέδου. Εἰς ὅλον τὸ διάστημα τῆς ἐνταῦθα διατριβῆς μας ὅπου εἶναι σχεδὸν μὴν ὁλόκληρος μᾶς εἶναι σταλμένον ἀλεῦρι ὅλον ὁλον ὀκάδες ἑπτὰ ἤμισυ χιλιάδες, χωρίς κᾀνὲν ἄλλο προσφάγι. Ἂς στοχασθῆ λοιπὸν ἡ Διοίκησις πῶς ἀπεράσαμεν, χωρὶς νὰ τὸ περιγράφομεν ἡμεῖς· τοῦτο μόνον ἡμεῖς λέγομεν, ὅτι ἡ ποσότης αὕτη εἶναι μόλις ἕξ ἢ ἑπτὰ ἡμερῶν τροφὴ μ’ ὅλην τὴν ἐνδεχομένην οἰκονομίαν. […] κρέας [πουθ]ενά, οὔτε [ἕνα καν]τάρι […φῶν] μᾶς κάμνει καὶ σήμερον νὰ ἤμεθα ἐδῶ κ’ ἐκεῖ διῃρημένοι διὰ νὰ οἰκονομούμεθα ὁπωσοῦν, καὶ δὲν [...] εἴμεθα [συσσ]ωματωμένοι. Φυσέκια μᾶς ἦλθον δέκα φορτία, τὰ ὁποῖα ὅλα διανεμήθησαν εἰς τὸ ὑπὸ τὴν ὁδηγίαν τοῦ Κολιόπουλου σῶμα. Ἡμεῖς δὲ μένομεν καθόλου ἀνεφοδίαστοι, καὶ μὲ τὴν ἐλπίδα ὅτι θέλουν [[νὰ]] μᾶς προφθάσουν ἄλλα. [[Ἕως ὥρας ὅμως]] Δὲν ἦλθον ὅμως οὔτε φουσέκια, καθὼς οὔτε κᾀμμία ἄλλη πρόβλεψις ἢ οἰκονομία ἐγένετο ἄχρις ὥρας, μολονότι δὲν ἐπαύσαμεν νὰ ἐνοχλοῦμεν τὴν Διοίκησιν μὲ συνεχεῖς αἰτήσεις μας. Ἡ κατάστασις τῆς Πελοποννήσου καὶ ἐξαιρέτως τῶν ἐπαρχιῶν εἰς τὰς ὁποίας ἡ περίστασις ἀπαιτεῖ νὰ στέκουν τὰ στρατεύματα, [[ὥστε]] ὅτι εἶναι ἐλεεινή, καὶ τοιαύτη ὥστε δὲν ἠμπορεῖ νὰ λάβῃ τὸ στρατόπεδον τίποτε, πολλάκις τὸ ἀνέφερον· [[ὥστε]] τοιουτοτρόπως λοιπὸν ποτὲ πρόοδον τελεσφόρον δὲν ἠμπορεῖ νὰ ἔχῃ ἓν στρατόπεδον, καὶ μὴν ἐκλαμβάνῃ ἡ Διοίκησις τὰ γραφόμενά μου παλινῳδίας. [[Ὁ κίνδυνος δὲν εἶναι εὐκαταφρόνητος καὶ]] ἡ περίστασις εἶναι κρίσιμος καὶ ὁ κίνδυνος ὄχι εὐκαταφρόνητος, διότι ἡ δύναμις τοῦ ἐχθροῦ εἶναι μεγάλη, [[χρειάζεται ὅθεν]] καὶ διὰ νὰ ἔχῃ ἀνάλογον ἀνθίστασιν, χρεία νὰ ληφθῶσιν ἀνάλογα μέτρα νὰ [[ἐνδυναμωθῇ]] εὐκολυνθῇ τοῦτο τὸ στρατόπεδον καὶ νὰ ἐνδυναμωθῇ [[εἰδεμὴ νὰ μὴν ἀπατᾶται κἂν ὁ κόσμος νομίζων]] εἰς κατάστασιν ἀνθιστάσεως, καὶ νὰ μὴν ἦναι στρατόπεδον ἐπὶ ψιλῷ ὀνόματι, ὥστε νὰ ἀπατᾶται καὶ ὁ κόσμος ἐπιστηρίζων τὰς ἐλπίδας του καὶ τὸ θάῤῥος του εἰς αὐτό, καὶ νὰ μένῃ ἐκτεθειμένος εἰς τὴν αἰχμαλωσίαν τῶν Ἀράβων. Γράφω σπουδάζων καὶ μὲ λύπην καὶ αἴσθησιν τῆς ψυχῆς μου! Διότι βλέπω τὰ πράγματα | τῆς Πατρίδος εἰς κακὴν κατάστασιν ἀῤῥωστημένα, καὶ ἐγγὺς νὰ καταντήσουν ἀθερ[άπευτα], ἐὰν δὲν γίνει ἡ ἀπαιτουμένη πρόβλεψις! Διατὶ τὰ στρατεύματα Ἄργους [...], Κάτω Νεχαγέ, τῆς Τζακονιᾶς, τῆς Μονεμβασιᾶς καὶ ὅσα λοιπὰ νὰ μένουν ἔξω τοῦ ἀγῶνος; Αὐτὰ ὅλα [νά] βιασθοῦν νὰ ἐκστρατεύσουν καὶ νὰ ἑνωθοῦν μὲ τὸ στρατόπεδὸν μας. Πρὸς δὲ καὶ τὰ ὅσα εἰς τὰς νήσους ἐστάλησαν, ὅταν ἰδῶμεν, ὅτι δὲν εἶναι πλέον φόβος, [...] εὐθὺς νὰ ἐπιστραφῶσιν ἐκεῖθεν, καὶ νὰ ἀποσταλῶσιν ὡς εἶναι συσσωματωμένα ε[...], ἀλλὰ προϋπαρχόντως νὰ γίνῃ ἄφθονος οἰκονομία τῶν ἀναγκαίων· ταῦτα [...] διὰ τῆς παρούσης μου βάλλω ὑπ’ ὄψιν τῆς Διοικήσεως, καὶ ὑπενθυμίζων τὰς διὰ τῶν προτέρων μου ἀναφορῶν αἰτήσεις μου, μένω εὐσεβάστως, περιμένων ἀπάντησιν εἰς τὰς ἀναφοράς μου καὶ ὁδηγίας.
Τῇ 30 8βρίου 1825
Ἐκ Στεμνίτζας
Ὁ εὐπειθὴς πατριώτης
[ἄλλο χέρι:]
1825
|