|
Εισαγωγικό Σημειώμα
|
|
Ναύπλιο, 16 Σεπτεμβρίου 1825
Επιστολή του Ανδρέα Λόντου προς τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη με την οποία διατυπώνει παράπονα για την έλλειψη επικοινωνίαςν ενώ ο ίδιος προ πέντε ημερών είχε στείλει γράμμα (βλ. σχετικό). Στη συνέχεια αναφέρει τις πληροφορίες που έφτασαν μέσω της τριμελούς επιτροπής του Άστρους στο Ναύπλιο για τη θέση των Αιγυπτίων και των Ελλήνων. Ο επιστολογράφος διαφωνεί, με εύσχημο τρόπο, με την πολυδιάσπαση των ελληνικών δυνάμεων («νὰ μὴν ἀφήνετε τοὺς στρατιώτας νὰ εἶναι εἰς ἀνάπαυσιν καὶ εἰς οἰκείας») και ζητά τη συγκέντρωση τους σε ένα στρατόπεδο, θέση που είχε διατυπώσει και στην προηγούμενη επιστολή του. Τέλος, εκφράζει την απογοήτευσή του («Ἐγὼ καὶ κουρασμένος καὶ ἀηδιασμένος») που τον έκανε να μην επιθυμεί να επιστρέψει στο στρατόπεδο, γνώμη όμως που μεταβάλλεται γρήγορα και θα αναχωρήσει από το Ναύπλιο. Στο υστερόγραφο της επιστολής του ο Ανδρέας Λόντος κάνει ευθεία κριτική προς τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη για τη διάταξη των «στρατιωτικῶν ταγμάτων» στον Κοσμά, όπως κάνει και στην προηγούμενη επιστολή του (βλ. σχετικό).
|
|
Κείμενο
|
|
Ἐκλαμπρότατε Γεν(ικὲ) Ἀρχηγὲ καὶ γέρωντὰ μου,
Ἀφ’ ἧς ὥρας ἀνεχώρησα ἀπὸ κοντὰ σου δὲν ἔλαβον κᾀνένα σου γράμμα. Μέσον τῆς ἐν Ἄστρει Ἐπιτροπῆς σᾶς ἔγραψα πρὸ τεσσάρων ἡμερῶν τὰ κατ’ ἐμὲ καὶ ὅ,τι ἄλλο ἔπρεπε νὰ σᾶς φανερόσω ἀφ’ ὅσα ἐνταύθα ἐπληροφορίθην. Ἡ ἐκλαμπρώτης σας ἂν δὲν μ’ ἐγράψατε διὰ κᾀνένα ἄλλο πρᾶγμα, δὲν ἔπρεπε κἂν νὰ μὲ εἰδοποιήσετε τὰ τῆς ὑγιείας σας, καὶ νὰ ἐρωτήσετε καὶ περὶ τῆς ἰδικῆς μου;
Ἀπὸ τὸ ἀντίγραφον τοῦ πρὸς τὴν ἐν Ἄστρει Ἐπιτροπὴν γραμμάτου σας ὀποῦ πρὸς τὴν Διοίκησιν σήμερον ἔστειλε σημειωμένον τῇ 16 τοῦ τρέχοντος ἀπὸ Ἅγιον Βασίλειον ἴδον ὅτι ὁ ἐχθρὸς ἐτοποθετίθη εἰς τοῦς μύλους τοῦ Μαριάνου, καὶ ὅτι μερικοὶ ἰππεῖς ἐξ αὐτῶν ἐπῆγαν εἰς τὰ Πουληθρά, καὶ ὅτι τὰ ἑλληνικὰ στρατεύματα ἦτον διαμοιρασμένα εἰς τὸν Κοσμὰ καῖ Γουράνους, καὶ ὅτι περιεμένετο καὶ ὁ στρατηγὸς Νικήτας νὰ φθάσῃ εἰς τὰ Τζίντζινα μὲ δισχιλίους. Δὲν ἀμφιβάλω ποσῶς εἰς τὴν πολεμικήν σας πολυπειρίαν ὅτι ὡδηγήσατε νὰ προκαταλειφθῶσι ὅσας θέσεις ἦτον ἀναγκαῖαι, μ’ ὅλον τοῦτο χρεοστῶ νὰ σᾶς παρακαλέσω ὅτι νὰ μὴν ἀφήνετε τοὺς στρατιώτας νὰ εἶναι εἰς ἀνάπαυσιν καὶ εἰς οἰκείας, ἀλλὰ νὰ τοὺς ἔχετε εἰς ἓν συναγμένους.
Ἐγὼ καὶ κουρασμένος καὶ ἀηδιασμένος εἶχον ἀπόφασιν νὰ σταθῶ ἀρκετὰς ἡμέρας εἰς τὸ Ναύπλοιον, μ’ ὅλον τοῦτο ἡ ἀπόφασίς μου ἡμέρᾳ τῇ ἡμέρᾳ μεταβάλεται, καὶ ἐλπίζω ὀγλήγωρα νὰ ἔλθω πλησίον σου.
Τοὺς Τούρκους πότε ἔτζι, καὶ πότε ἀλιῶς μᾶς τοὺς ἔφεραν ἔξω τοῦ Ναυπλοίου, ἐγὼ ὅμως μὲ τὴν εὐχήν σας δὲν τοὺς ἴδον. Μένω μὲ σέβας.
Τῇ 16 7βρίου 1825, Ναύπλοιον.
ὁ ἀδελφός σας
ἀνδρέας λόντος
Ἡ ἔκτασις τῶν στρατιωτικῶν ταγμάτων εἰς τοῦ Κοσμά, Γουράνους καὶ Τζίντζινα δὲν μ’ ἀρέσει δι’ ὅλου. Φρόντισον νὰ ἔχης ὅλους τοὺς ἁγαθοὺς ὁπλαρχηγοὺς πλησίον σου συναγμένους, καὶ ὅσοι στρατιώται θέλουν ἂς σταθοῦν, ὅσοι δὲν θέλουν ἂς ἀναχωρήσουν.
Τοὺς ἀδελφοὺς Ζαήμην, Νικήταν, Νοταρᾶν, καὶ Πλαπούταν ἀσπάζομαι.
|