|
Γλώσσα
|
|
Ελληνική
|
|
Τίτλος
|
|
Επιστολη Νικολαου Γιατρακου και Νικολαου Καβαδια προς Θ.Κολοκοτρωνη αναφεροντας αδυναμια στρατολογησης και ανεφοδιασμου λογω εγκαταλειψης πολεων απο τους κατοικους. Επιπλεον προβληματα με τους Μανιατες.
|
|
Τόπος σύνταξης
|
|
Μιστράς
|
|
Ημερομηνία σύνταξης
|
|
01/08/1825
|
|
Αριθμός Σελίδων
|
|
3
|
|
Διαστάσεις
|
|
200x292
|
|
Μορφολογικός Χαρακτηρισμός
|
|
Πρωτότυπο
|
|
Εισαγωγικό Σημειώμα
|
|
Μιστράς, 1 Αυγούστου 1825
Επιστολή του Νικόλαου Γιατράκου και του Νικόλαου Καββαδία προς τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη με την οποία τον ενημερώνουν για την πορεία της στρατολογίας στην επαρχία Μιστρά. Δηλώνουν πως οι κάτοικοι της περιοχής, μόλις έφτασαν οι απεσταλμένοι της Διοίκησης, την εγκατέλειψαν και βρήκαν καταφύγιο στην Καστάνιτσα, τον Πραστό και το Λεωνίδιο, και άλλοι στη Μονεμβασιά και το Μαραθωνήσι (σημ. Γύθειο). Οι επιστολογράφοι ζήτησαν από τον Τζανετάκη να πιέσει του Μιστριώτες που έχουν καταφύγει στο Μαραθωνήσι να επιστρέψουν στην επαρχία τους. Ακόμη ενημερώνουν πως την επομένη θα ξεκινήσουν για τα χωριά της Κάτω Ρίζας (χωριά του νοτιοανατολικού Ταΰγετου). Κάνουν ειδική αναφορά στη λιποταξία του καπετάνιου Αντωνίου Κουμουστιώτη, αγωνιστή από την Κουμουστά, (βλ. Χρ. Στασινόπουλος, Λεξικό της Επαναστάσεως, τ. 2, σ. 357), ο οποίος ανέβηκε στα βουνά υπό τον φόβο της εχθρικής επίθεσης. Οι διατυπώσεις τους είναι ιδιαίτερα ειρωνικές: τον χαρακτηρίζουν «γενναιώτατο» και σχολιάζουν ότι «οἱ περισσότεροι, καὶ αἱ γυναῖκες, ἔδειξαν περισσοτέραν γενναιότητα ἀπὸ αὐτὸν διότι ἐστάθησαν καὶ δὲν ἐπῆραν τὰ βουνά» (βλ. και σχετικό). Τέλος, γίνεται αναφορά στη ληστρική δράση των Μανιατών, που έχει ως αποτέλεσμα να μην εκστρατεύουν τα χωριά της Κάτω Ρίζας. Η διατύπωσή τους είναι αιχμηρή: «ἔχουν ἕνα Ἡμπραΐμπασα ἐμπρός, καὶ ἄλλον ὀπίσω». Ο Νικόλαος Καββαδίας που συνυπογράφει την επιστολή ήταν επτανήσιος αγωνιστής, είχε μυηθεί στη Φιλική Εταιρεία από τον Θ. Κολοκοτρώνη και στη συνέχεια υπηρέτησε στρατιωτικά στο σώμα του (Χρ. Στασινόπουλος, ό.π., τ. 2, σ. 77).
|
|
Παραπομπές
|
|
ΙΕΡΟΣ ΑΓΩΝ Ι.Ε.Θ: Γ Σελ 78
ΙΑΘ, τ. 3, σ. 78-79
|
|
Συντάκτης
|
|
Γιατράκος Νικόλαος
,
Καββαδίας Νικόλαος
|
|
Αποδέκτης
|
|
Κολοκοτρώνης Θεόδωρος
|
|
Κείμενο
|
|
Ἐξοχώτατε!
Σήμερον πρωΐας ἐφθάσαμεν ἐνταῦθα εἰς τὴν μητρόπολιν τῆς ἐπαρχίας ταύτης ὅπου δὲν ἐλλείψαμεν ἀμέσως τοῦ να βάλλωμεν εἰς πρᾶξιν τὰ περὶ στρατολογίας, καὶ συνάξεως τῶν ἀγελαδοπροβάτων, ὡς διετάχθημεν. Διωρίσαμεν τὸν καπιτάνον τῆς πόλεως ταύτης δίδοντες τὸν καὶ ἰδικούς μας στρατιώτας νὰ περιέλθῃ διὰ νὰ καταμετρήσῃ τὰ σφακτὰ καὶ νὰ λάβῃ μετὰ τὴν καταμέτρησιν εἰς τὰ δέκα ἕνα. Ἀλλ’ οἱ πολῖται διὰ τὸν φόβον τῶν ἐχθρῶν ἄλλοι μὲν ὑπῆγον εἰς Καστάνιτζαν, ἄλλοι δε εἰς Πραστὸν καὶ Λεωνίδι, καὶ ἄλλοι εἰς Μονεμβασίαν καὶ Μαραθωννῆσι, ὥστε μόλις εὑρίσκονται ἐνταῦθα δεκαπέντε· διὰ τοῦτο λοιπὸν εἶναι καλὸν νὰ ἐκδώσητε διαταγὰς εἰς ἐκεῖνα τὰ μέρη διὰ νὰ ἐκκινηθῶσι. Εἰς Μαραθωννῆσι ἐγράψαμεν τὸν κ. Τζανετάκην μαθὸντες ὅτι εὑρίσκονται ἐκεῖσε ὁπλοφόροι Μισθριῶται διὰ νὰ τοὺς ευγάλῃ μεταχειριζόμενος πρὸς αὐτοὺς κάθε βίαν, καὶ εἰς τὸ ἐξῆς νὰ μὴν δέχηται ἐκτὸς τῶν ἀδυνάτων, κᾀνένα ὁπλοφόρον. Αὔριον ἐκκινοῦμεν διὰ τὴν Κάτω Ῥίζαν διὰ νὰ βάλλωμεν ὅλους ἐμπρὸς μικροὺς καὶ μεγάλους. Ὁ γενναιότατος κ. Ἀντώνης Κουμουστιώτης ἀφ’ οὗ προχθὲς ἔφθασεν ἐνταῦθα, καὶ ἔμαθεν ὅτι ὁ ἐχθρὸς σκοπεύει νὰ ἐφορμήσῃ εἰς τὰ ἐδώ, παραλαβὼν τὴν ὁποίαν ἐκτελεστικὴν δύναμιν τον ἐδόσατε [[καί]] ἔτρεξεν ὡς εἰς καταφύγιον, εἰς τὰ ὄρη, καὶ ἀντὶ να σταθῇ διὰ νὰ ἐμψυχώσῃ τοὺς ἐδὼ εὑρισκομένους, τὸ ἐναντίον μὲ τὸ παράδειγμα τῆς φυγῆς του τοὺς ἔκαμε καὶ δὲν ἤξευραν ποῖον δρόμον νὰ πάρουν. Μ’ ὅλον τοῦτο οἱ περισσότεροι, καὶ αἱ γυναῖκες, ἔδειξαν περισσοτέραν γενναιότητα ἀπὸ αὐτὸν διότι ἐστάθησαν καὶ δὲν ἐπῆραν τὰ βουνά. Ἐξοχώτ[ατε] ἀρχηγέ, εἶναι ἀπερίγραπτα τὰ ὅσα δοκιμάζει ἡ Κάτω αὕτη Ῥίζα ἀπὸ τοὺς Μανιάτας· τὸ ὅτι τὰς περισσοτέρας φορὰς οἱ στρατιῶται ἐμποδίζονται ἐξ αὐτῶν καὶ δὲν ἐκκινοῦνται εἰς τὴν χρείαν τῆς Πατρίδος κάθε εὐαίσθητος εὐκόλως ἠμπορεῖ νὰ τὸ στοχασθῆ. Τὴν προχθὲς ἕτοιμοι ὄντες οἱ Ἀναβρυτιῶται νὰ ἐκκινήσουν διὰ τὸ στρατόπεδον, τότε ἐκβῆκαν οἱ Πηγαδιῶται καὶ ἐπῆραν ἕνα χωριανόν τους σκλάβον, καὶ οὕτω ἐμποδίσθηκαν ἀπὸ τὴν ἐκκίνησιν των εἰς τὸ στρατόπεδον, καὶ ἔτρεξαν ὅλοι διὰ νὰ ἐλευθερώσουν αὐτόν· | ὁ Μπόγρης περιφέρεται εἰς τὰ Μπαρδουνοχώρια καὶ ὅλον ἕνᾳ ξεγυμνόνει τοὺς Χριστιανούς, ἐπῆγεν εἰς τ’ Ανώγεα, ἔπιασε κάποιον Νικολάκην Γεωργιλάκον, τὸν ἐξεγύμνωσε πέρνοντας τον ἀσημένια ἅρματα, καὶ δύω χιλιάδας γρόσια. Τὰ τοιαῦτα κινήματα τῶν Μανιατῶν ἐμποδίζουν τοὺς ὁπλοφόρους τῆς Ῥίζης ταύτης καὶ δὲν ἐκκινοῦνται εἰς τὴν ἀνάγκην τῆς Πατρίδος δι’ ὅτι ἔχουν ἕνα Ἡμπραΐμπασα ἐμπρός, καὶ ἄλλον ὀπίσω. Διὰ ταῦτα ἦτον καλὸν νὰ διορισθῇ μία ἐκτελεστικὴ δύναμις ἀπὸ ἑκατὸν στρατιώτας, ἡ ὁποία νὰ περιφέρεται εἰς τὰ Μπαρδουνοχώρια διὰ νὰ ἁπαντᾶ τὴν ἀχρειότητα καὶ αὐθάδειαν τῶν κακοβούλων Μανιατῶν, καθώς εἶναι καὶ εἰς τὰ Τρίννησα ὁ κ(απετάν) Κώστας, καὶ τότε σᾶς βεβαιοῦμεν ὅτι πεντακόσιοι ἄξιοι στρατιῶται δὲν θέλει λείπουν ἀπὸ τὸ στρατόπεδον, δι’ ὅτι ἐξ αἰτίας αὐτῶν δυσκολεύονται· ὁπόταν ὑπάρχη ἡ διαληφθεῖσα ἐκτελεστικὴ δύναμις καὶ ἀπὸ τὸ στρατόπεδον δὲν θέλει λιποτακτήσῃ κᾀνένας διὰ τὸν φόβον τῆς δυνάμεως ταύτης. Ἐλπίζομεν ὅτι εἰς διάστημα τριῶν ἡμερῶν νὰ ξεκκινήσωμεν ὅλα τὰ ἅρματα ἀπ’ ἐδὼ καὶ κάτω, καὶ ἐν τοσούτῳ μένομεν.
οἱ πατριῶται
Νικολαος γιατρακος
ἐδικοσοῦ Νικολαώς καβαδιας
Τῇ αη Αὐγούστου 1825
ἐκ Μισθρᾶ
[Ἐπιγραφὴ διεύθυνσης:]
Πρὸς τὸν ἔξοχον γενικὸν αρχηγὸν κύριον Θεόδωρον Κολοκοτρόνην.
Εἰς Βέρβενα
|