|
Κείμενο
|
|
Ἀχμὲτ πασᾶς ἐλέῳ Θ(ε)οῦ βεζύρ(ης) ἡγεμ(ὼν) και βαλ(ῆς) τοῦ Μωρέως
Πρός ἐσᾶς Χασὰν Φιδᾶ καί Μοῦρτο Φιδᾶ ἐδὼ ἐμάθαμεν καὶ ἐβεβαιωθήκαμεν πῶς κάποιος Τζαφέρης καὶ (Μ)πεκίρης καὶ Καλαβέσος καὶ Χρόνης ἐσυμφώνησαν καὶ ἔγιναν ταϊφάς, ἐσήκωσαν κεφάλι καὶ περιπατοῦν κλέπται καὶ χαϊ(ντ)ούτιδες μὲ ἄλλους καμπόσους ὁμοίους των περιερχόμενοι κατὰ τὰ σύνορα τοῦ καζὰ Καλαβρύτων καὶ ἄλλων τριγυρινῶν καζάδων καὶ κάμνοντες ἰτζρᾶ τὴν κακίαν τους. Τέλος πάντων ἔρχονται καὶ (ν)ταγιαντοῦν εἰς τὰ ἐδικά σας χωρία. Διὰ τοῦτο βλέποντες τὸ παρὸν μας ὑψηλὸν σφοδρὸν (μ)πουγιουρ(ντ)ὶ χωρὶς καμμίαν ἄργητα καὶ χωρὶς καμμίαν ἄλλην πρόφασιν αὐτοὺς τοὺς κλέπτας νὰ τοὺς κυνηγήσετε, να τοὺς κτυπήσετε καὶ να τοὺς πιάσετε και σιδηροδεσμίους νὰ μᾶς τοὺς στείλετε ἐδὼ εἰς τὸ ὑψηλὸν Διβάνι τοῦ Μωρέως διὰ νὰ λάβωσι τὴν προσήκουσαν αὐτοῖς παιδείαν. Εἰδὲ καὶ δὲν ἠμπορέσετε νὰ μᾶς τοὺς στείλετε ζωντανούς, νὰ τοὺς σκοτώνετε καὶ νὰ κόπτετε τὰς μιαράς των κεφαλὰς καὶ νὰ μᾶς τὰς στείλετε ἐδὼ ἐξάπαντος. Προσέχετε δὲ καλῶς καὶ ἀνοίξετε τὰ ὄμματιὰ σας μή τύχη καὶ παρακούσετε καὶ δὲν τοὺς βαρέσετε καὶ δὲν τοὺς σκοτώσετε καθὼς σᾶς προστάζομεν προφασιζόμενοι πῶς δὲν ζυγώνουν τοιοῦτοι κακοὶ ἄ(νθρωπ)οι εἰς τὰ χωρία σας ἢ πῶς δὲν τοὺς βλέπετε, ἐπειδή καὶ αὐτὸ εἶναι ἀποδεδειγμένον καὶ βεβαιωμένον, πῶς καμώνεσθε καὶ πάσχετε νὰ τοὺς σκεπάσετε μὲ μυρίους τρόπους ὡς (ντ)αγιάκια αὐτῶν ὁποῦ εὑρίσκεσθε, ὅτι ὕστερα καμμία πρόφασις καὶ ματαιολογία δὲν θέλει σᾶς ὠφελήσει, οὔτε θέλει σᾶς ἀθωώσει. Μουτλὰκ αὐτοὺς τοὺς εἰρημένους κλέπτας ἀπὸ λόγου σας τοὺς θέλομεν ἢ ζωντανοὺς ἢ ἀποθαμμένους, ἐπειδὴ ἀνίσως καὶ ἤθελεν πειραχθῆ εἰς κανένα μέρος ἀπὸ αὐτοὺς κανένας ἄν(θρωπ)ος, εὐθὺς ὁποῦ τὸ μάθωμεν μόνος μου (μὰ τὸ ὄνομα τοῦ μεγαλοδύναμου Θεοῦ) θέλω καββαλίκεύσει νὰ ἔλθω εἰς αὐτὰ τὰ μέρη νὰ βάλω φωτιὰν εἰς τὰ χωριά σας νὰ τὰ ἀφανίσω ἐξ ὁλοκλήρου, καὶ νὰ σᾶς παιδεύσω καθὼς πρέπει ὡς ταγιάκια ὁποῦ εὑρίσκεσθε τῶν εἰρημένων κλεπτῶν καὶ διαφεντευταὶ τῶν χαϊ(ντ)ούτων καὶ φθοροποιῶν ἀν(θρώπ)ων. Κάμετε λοιπὸν καθὼς ἄνωθεν σφοδρῶς σᾶς προστάζομεν ἢ ζωντανοὺς ἢ σκοτωμένους νὰ μᾶς στείλετε τοὺς εἰρημένους κλέπτας ἐξάπαντος διὰ νὰ μὴν ὑποπέσητε εἰς τὴν δικαίαν μας ταύτην ὀργὴν καὶ διὰ νὰ ἀποδείξετε ὅτι εἶσθε ἀθῶοι. Οὕτω ἀκολουθήσατε ἐξ ἀποφάσεως.
1799: Μαρτίου: 25:
Ἐξεδόθη τὸ παρὸν ὑψηλὸν (μ)πουγιουρ(ντ)ὶ ἀπὸ τὸ Διβάνι τοῦ Μωρέως:
[Στὸ ἄνω τμῆμα τοῦ ἐγγράφου ὑπάρχει ἐπικύρωση στὰ τουρκικὰ μὲ ἴδια χρονολογία καὶ ἡ ἐγγραφὴ: Λάρισα 3 Μαρτίου 1884 μὲ ὑπογραφὴ: Ν. Σαμπάνης. Ἡ ἴδια ὑπογραφὴ καὶ στὸ κάτω μέρος τοῦ ἐγγράφου καὶ ἐπὶ τοῦ νώτου].
|