|
Εισαγωγικό Σημειώμα
|
|
Ἀγιος Πέτρος, 31 Ιουλίου 1825
Επιστολή του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη προς το Εκτελεστικό σώμα με την οποία ενημερώνει πως έλαβε την επιστολή που περιελάμβανε πληροφορίες για την εξέλιξη της πολιορκίας του Μεσολογγίου και τη δράση του ελληνικού στόλου. Στη συνέχεια παρουσιάζει αναλυτικά τις θέσεις των ελληνικών στρατιωτικών σωμάτων, ενώ αναφέρεται και στη μάχη των Καρυών (βλ. και σχετικό [450]). Ενημερώνει πως απέστειλε τον στρατηγό Νικολάκη Γιατράκο για να προχωρήσει η στρατολογία στην επαρχία Μιστρά. Τέλος, αναφέρεται στην αποστολή ενός Έλληνα «Βερβενιώτου», αιχμαλώτου από τον Κρητικό Χουσεΐν μπέη, προκειμένου να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις για την απελευθέρωση του επίσης Κρητικού Μεχμέτη (ο Χουσεΐν μπέης ήταν γαμπρός του Ιμπραήμ πασά και επικεφαλής συντάγματος στο αιγυπτιακό στρατόπεδο της Τριπολιτσάς, βλ. Μιχ. Σακελλαρίου, Η απόβαση Ιμπραήμ, σ. 46· Αρτ. Μίχος, Απομνημονεύματα, σ. 158· Καλ. Κριτοβουλίδης, Απομνημονεύματα, σ. 550). Ο αιχμάλωτος Μεχμέτης είχε ήδη οδηγηθεί στην έδρα της Διοίκησης και παραδοθεί στον Υπουργό του Πολέμου Ανδρέα Μεταξά.
|
|
Κείμενο
|
|
Πρὸς τὸ Ἐκτελεστικὸν Σῶμα
Εὐχαρίστως ἐδεξάμην τὴν ἀπὸ 29 λήξαντος σεβαστήν μοι ὑπ’ ἀριθ. 10181, ἐν ᾗ μὲ περιέργειαν παρετήρησα τὰ περιεχόμενα, μὲ περισσοτέραν θεώρησα τὴν ναυμαχίαν τοῦ ἑλλ(ηνικοῦ) μας στόλου κατὰ τὸ Μεσολόγγιον, καὶ ὅτι τὰ κατὰ τὸ Καρπενήσιον, στρατιωτικὰ σώματα, ἀφοῦ ἐκτύπησαν τοὺς ἐκεῖ εὑρισκομένους ἐχθρούς, ἔμελλον νὰ ἐκκινήσουν καὶ κατὰ τῶν πολιορκούντων τὸ Μεσολόγγιον, καὶ εἶθε νὰ χαροποιηθῶμεν μὲ τὰς νίκας καὶ θριάμβους.
Τὰ ἐνταῦθα στρατιωτικὰ σώματα μετέβησαν ὅλα εἰς Βέρβενα μὲ τὸν υἱόν μου Ἰωάννην. Μετέβη σήμερον καὶ ὁ στρ(ατηγὸς) Γεωργάκης Γιατράκος ἐκεῖσε· ὁ δὲ στρατηγὸς κὺρ Κανέλος ἀσθενήσας ἀπὸ πυρετὸν μένει ἐνταῦθα δι’ ὀλίγας πρὸς ἐπίσκεψιν τῆς ὑγείας του· αὔριον σὺν Θεῷ μεταβαίνω καὶ ὁ ἴδιος, καὶ ἐλπίζω σὺν Θεῷ, ὅτι οἱ Ἕλληνες θέλει συντρίψωσι πλέον τὴν ὀφρὺν τοῦ ἀλαζῶνος, μ’ ὅλον ὅτι οἱ κατὰ μέρος ἀκροβολισμοί, αἱ χοσιαῖς, καὶ τὰ κλέφτικα στρατηγήματα τῶν Ἑλλήνων δὲν λείπουν καθ’ ἡμέραν, ὥστε πότε πέντε, πότε ἑξ, πότε ὀκτὼ ἤ δέκα τὴν ἡμέραν Ἄραβας καὶ συλλαμβάνουν καὶ σκοτώνουν. Προχθές εἰς τὰς 27 τρέχοντος τὸ εἰς Καρυαῖς τῆς Καρυταίνης σῶμα ἀπὸ Ἀρκαδίους, Καρυτινούς, καὶ Φαναρίτας ἐκρότησε πόλεμον μὲ τὸν ἐχθρὸν ἀπὸ τὰς 7 τῆς ἡμέρας ἕως εἰς τὰς δύω τῆς νυκτὸς ἡ ὥρα· ἐθανάτωσαν εἴκοσι πέντε ἱππεῖς τε καὶ πεζούς, ἐπῆραν τρία ἄτια, καὶ μουλάρια ὀκτώ, ἐμπόδισαν τὴν ὁρμητικὴν τοῦ ἐχθροῦ διάβασιν ἀπὸ τὸ Φανάρι καὶ Ἠλιοδῶρα, καὶ οὕτω μὲ καταισχύνην του τὸν κατεδίωξαν εἰς τὰ ὀπίσω.
Τὸν στρατηγὸν Νικολάκην Γιατράκον ἐξαπέστειλα ἐφοδιασμένον μὲ διαταγὰς ἐντόνους, εἰς τὸ νὰ ἐκκινήσῃ τὰ στρατεύματα Μιστρός, μόλον ὅτι καὶ προτῄτερα εἶχον στείλει ἐκτελεστικὴν δύναμιν εἰς τρία τέσσαρα κόλια ὑπέρ τοὺς διακοσίους νὰ ἐκκινήσωσι τὰ ἅρματά των, ὥστε ἐλπίζω εἰς τρεῖς τέσσερας ἡμέρας | νὰ συσωματωθῶμεν ἓν σῶμα ἱκανόν, διὰ νὰ ἐπιπέσωμεν εἰς τὸν ἐχθρόν. Ἕως τόσον ἀπὸ τὰ Βέρβενα ἡ σ(εβαστή) Διοίκησις θέλει ἔχει κάθε πληροφορίαν περὶ τῶν πρακτικῶν μας.
Σήμερον περὶ τὰς 8 ἡ ὥρα τῆς ἡμέρας ἐξῆλθεν εἷς αἰχμάλωτος Βερβενιώτης ἀπὸ Τριπόλεως σταλμένος ἀπὸ τὸ μέρος τοῦ Χουσεϊν πεϊ Κρητικοῦ διὰ νὰ μεσολαβήσῃ νὰ κάμῃ ἀνταλλαγὴν τὸν αἰχμάλωτον Κρητικὸν Μεχμέτην, τὸν ὁποῖον ἔστειλα προχθές μὲ τὸν υἱὸν Κεφάλαν πρὸς τὸν ὑπουργὸν τοῦ Πολέμου κύριον Ἀνδρέαν Μεταξᾶν· ὁ ῥηθείς αἰχμάλωτος ἔφερε καὶ τὸ ἐσώκλειστον γράμμα, τὸ ὁποῖον διευθύνεται πρὸς τὴν Σ(εβαστὴν) Διοίκησιν πρὸς περιέργειάν της. Μ’ ἐδιηγήθη, ὅτι ὁ Ἰμπραχὶμ πασᾶς χθὲς πρωϊ Παρασκευὴν ἐμβῆκεν εἰς Τριπολιτζάν, καὶ ὅτι μελετᾷ νὰ ἐκκινήσῃ ἀπὸ ἑκάστην μάνκαν δύω ἤ τρεῖς ἀναλόγως ἱππεῖς τε καὶ πεζοὺς μ’ ὅλα τὰ ζῶα εἰς Μοθοκόρωνα διὰ νὰ τῷ μετακομίσωσι τροφὰς καὶ πολεμοφόδια. Ἅμα λαβὼν αὐτὴν τὴν πληροφορίαν παρὰ τοῦ ἐξελθόντος αἰχμαλώτου, ἀμέσως μὲ δύο πεζοὺς ἔγραψα ἐκτὸς πρὸς τε τοὺς Ἀρκαδίους τὸν Νικῆταν Φλέσαν καὶ τὸν γέροντα Πέτροβαν, νὰ συνάξωσι ὅλα τὰ ἅρματα τῶν Σαχετέζικων, Λεονταρίου, Ἀρκαδίας καὶ Ἀνδρούσης, καὶ νὰ πιάσωσι τὰ δερβένια νὰ τοῦ ἐμποδίσωσι τὴν ὁρμήν, ἡμεῖς δὲ μὲ τὰ ἐν Βερβένοις στρατιωτικά μας σώματα νὰ τὸν κτυπήσωμεν εἰς Τρίπολιν καὶ νὰ τοῦ μερίσωμεν τὰς δυνάμεις διὰ νὰ μὴ δυνηθῇ νὰ διαβῇ, [[καί]] ἢ ἂν διαβῇ νὰ ζήσῃ μὲ ζημίαν του. Τὸν δὲ αἰχμάλωτον ὡς ὕποπτον καὶ ὡς ἔχοντα ἐν τῷ νῷ τὴν ἐπιστροφὴν ἐμπόδισας καὶ ἕως αὔριον συντροφευμένος στέλλεται αὐτοῦ πρὸς φύλαξιν.
Ἔχων ἕως ἐδῶ τὸ παρόν μου τὴν ἰδίαν στιγμὴν ἔλαβον ἓν γράμμα ἀπὸ τὸν υἱόν μου Ἰωάννην, ἐν ᾧ παρατηρεῖται, ὅτι αἱ χοσιαῖς τῶν Ἑλλήνων εὐδοκιμοῦσι, | καὶ καθ’ ἡμέραν καὶ συλλαμβάνουν καὶ θανατώνουν· ἐμπερικλείεται καὶ τὸ ἴδιον πρὸς περιέργειαν τῆς Σ(εβαστῆς) Διοικήσεως καὶ πληροφορία τῶν αὐτόθι κοιμωμένων Ἕλλήνων, τῶν ἀνάνδρων καὶ ἀναξίων τοῦ ἑλληνικοῦ ὀνόματος, καὶ ἕως ἐδῶ σιωπῶν παύω καὶ μένω μὲ τὸ προσῆκον σέβας.
Ἐμπερικλείεται καὶ ἕτερον γράμμα πρὸς τὸ ἔξοχον Ὑπουργεῖον τῆς Ἀστυνομίας, τὸ ὁποῖον ἠνεῴχθη παρ’ ἐμοῦ ἐνταῦθα διὰ περιέργειαν.
Τῇ 31 [[Αὐγούστου]] Ἰουλίου 1825 ἐξ Ἁγίου Πέτρου,
περὶ τὴν ἑνδεκάτην ὥραν
Θεοδ. Κολοκοτρώνης
[Περιλαμβάνεται διαγραμμένο τμῆμα ἄλλου ἐγγράφου:]
[[Πρὸς τὸ σεβαστὸν Ἐκτελεστικὸν Σῶμα
Ἀπὸ Βέρβενα ἀνεφέραμεν προλαβόντως καὶ εἰδοποίσον τὴν Σ(εβαστὴν) Διοίκησιν τὶ ἐσχεδιάσαμεν διὰ ὠφέλειαν τῆς Πατρίδος καὶ βλάβην τοῦ ἐχθροῦ]]
|