|
Κείμενο
|
|
Ἐξοχώτατε,
Μὲ ἄκραν μου εὐχαρίστησιν ἔλαβα τὸ ἀπὸ 28 τοῦ λήγοντος ἀδελφικὸν σου, διότι εἰς αὐτὸ εὑρίσκω τὴν ὁποίαν ἐπεθύμουν νὰ ἔχῃς τελείαν πληροφορίαν περὶ τῆς σταθερότητος μου εἰς τὴν ὁποίαν σ’ ἔδωσα ὑπόσχεσιν. Αὐτὴ ἡ σταθερότης θέλει διαμένει πάντοτε ἡ αὐτή, καὶ εἰς ὅσα μὲν οἴκοθεν ἠμπορῶ νὰ ἐννοήσω ὡς συντείνοντα εἰς τὸ κοινὸν καλὸν θέλεις μ’ εὑρῇ αὐθόρμητον ἐνεργόν, καὶ δραστήριον παρακινητήν, διὰ νὰ λαμβάνουν τέλος, εἰς ὅσα πάλιν ἡ ἐξοχότης σου, καὶ οἱ ἄλλοι πατριῶται, γνωρίζετε ἀπὸ αὐτοῦ, καὶ τὰ ὁποῖα ἠμποροῦν νὰ μὲ διαφεύγουν ἐμέ, δίδετὲ με μόνον νύξιν, εἴτε ἀμέσως, εἴτε διὰ τοῦ κοινοῦ ἀδελφοῦ κυρίου Ἀναγνώστη, ἤ διὰ τοῦ κυρίου Μεταξᾶ, καὶ δὲν θέλω λείψει ἀπὸ τὸ πατριωτικὸν χρέος. Δὲν θέλω παύσει ἐπίσης τοῦ νὰ συνεννοοῦμαι εἰς ὅλα τὰ οὐσιώδη μ(ετὰ) τῶν ἀνωτέρω κοινῶν φίλων, καὶ ἀδελφῶν, καὶ νὰ συνεργῶ εἰς ἀντίκρουσιν τῶν ἀντενεργειῶν. Τοῦτο ἐλπίζω νὰ κατορθωθῇ πολύ εὐκολώτερον, ἀφ’ οὗ ὁ ἐκλαμπρότατος πρόεδρος ἐνεδύθη σταθερὰν τὴν ἀπόφασιν τοῦ νὰ μὴν ἀφήσῃ νὰ εἰσχωρήσουν αἱ διαβολαί, καὶ ἀντενέργειαι, λέγω αἱ διαβολαί, διότι ἓν ἀπὸ τὰ κυριώτερα μέσα τῶν ἀγαπώντων τὰς ἀντενεργείας εἶναι αἱ διαβολαί, διὰ τῶν ὁποίων πάσχουν νὰ φέρουν ψυχρότητας μεταξύ ἐκείνων, τῶν ὁποίων ἡ στενὴ ἕνωσις εἶναι τὸ μόνον σωτήριον. Περὶ τούτου εἶναι καλῶς ἰδεασμένος | ὁ κοινὸς ἀδελφὸς κύριος Λόντος, τοῦ ὁποίου ἡ παρουσία ἐδῶ ἐχρησίμευσεν ὄχι ὀλίγον εἰς τὸ νὰ διαλυθοῦν διάφοροι ψυχρότητες, αἱ ὁποῖαι ἠμποροῦσαν ν’ αὐξήσουν τὸ σύστημα τῶν ἀντενεργειῶν. Εἶναι καλὸν καὶ ἡ ἐξοχότης σου μ(ετά) τοῦ κυρίου Κανέλου νὰ σταθῆτε προσεκτικοί, διὰ νὰ μὴ δίδετε οὔτε κᾄν ἀφορμὴν εἰς τοὺς θέλοντας ν’ ἀντενεργοῦν, καὶ νὰ ἐξάπτουν νέα πάθη. Φροντίσατε νὰ ἔχετε ἐξοικειωμένον καὶ σύμφωνον τὸν στρατηγὸν Γεωργάκην Γ͜ιατράκον, τὸν ὁποῖον ἐγνώρισα διὰ καλὸν πατριώτην, ἀλλ’ ἐπειδὴ εἶναι ἁπλοῦς ἄνθρωπος ἠμποροῦν νὰ τὸν ἐρεθίσουν μὲ διαβολάς, ἐὰν δὲν εἶναι καλὰ πληροφορημένος ἀπὸ τὸ μέρος σας. Φροντίσατε ὁμοίως καὶ τὴν στερέωσιν τῆς μ(ετά) τοῦ στρατηγοῦ Κολ͜ιοπούλου ἑνώσεως, καὶ τότε αἰ ἀντενέργειαι δὲν θέλουν ἔχει κᾀμμίαν ἰσχύν. Ὕστερον ἀπὸ τὰ ὅσα ὡμιλήθησαν ἐνταῦθα μεταξύ τοῦ κυ(ρίο)υ Λόντου, καὶ τοῦ κυ(ρίο)υ Σπηλαιωτάκη, δὲν εἶναι δίκαιον εἰς τὸ ἑξῆς νὰ δοθῇ κᾀμμία ἀφορμὴ ἐκ μέρους τοῦ κυρίου Κανέλου, καὶ Γενναίου, καθώς γράφω καὶ πρὸς τοὺς ἰδίους, διότι τὸ φασουλάκι οἱ τεχνίται ἀντενεργοῦντες τὸ κάμνουν κολοκύθι, καὶ ἂν δὲν κατορθώνουν ἄλλο, φέρουν ὅμως ταραχήν, ἤ νέκρωσιν, ἐν ᾧ ἡ παροῦσα περίστασις ἀπαιτεῖ ἀτάραχον, καὶ δραστήριον | ἐνέργειαν, ἡ ὁποία κατορθοῦται διὰ τῆς συμπνοίας ὅλων τῶν πατριωτῶν. Ὁ Γρίβας μόλις ἀνεχώρησε σήμερον, λέγει ὅτι ἔχει ἑπτακοσίους, εἴθε νὰ ἔχῃ τοὺς μισούς, ὅπως καὶ ἂν εἶναι, καλὸν ἔγινεν ὅτι ἀνεχώρησε, διότι ἀφ’ οὗ ἀναχωρήσει μεθαύριον καὶ ὁ Χ(ατζή) Μιχάλης, τοὺς μένοντας ἐδῶ τοὺς εὐγάζομε καὶ μὲ τὴν βίαν, καὶ εἰς τοῦτο μὴ ἀμφιβάλῃς ὅτι θέλω προσπαθήσει, καὶ ἐλπίζω νὰ τὸ κατορθώσω χωρίς ἄλλο. Διὰ τοῦ Γρίβα σ’ ἔγραψε καὶ ὁ πρόεδρος, ἀποκρινόμενος εἰς τὸ γράμμα σου· ὅσα καὶ ἂν ἔτρεξαν ἐδῶ μὲ τὸν Γρίβαν δὲν πρέπει νὰ τὰ συνερισθῇς, ὅταν στοχασθῇς ὅτι αὐτὸς ἦτον ὄργανον, καὶ ὄχι ὁ ἐνεργῶν· εἶμαι βέβαιος ὅτι ἔχεις τὴν ἱκανότητα νὰ ὠφεληθῇς ἀπὸ τὸν Γρίβαν, μεταχειριζόμενος αὐτὸν ὅπως, καὶ ὅπου πρέπει· τὸ νὰ βλάψῃ δὲν εἶναι εἰς τὸ χέρι του, διότι εἶναι εὔκολον τὸ νὰ ἀφεθῇ μόνος, καὶ αὐτοῦ δὲν εὑρίσκει οὔτε βοηθούς, οὔτε χρήματα. Μεταχειρίσου τον λοιπὸν μὲ τρόπον ἀνήκοντα εἰς τὴν φιλοτιμίαν σου, καὶ ὠφέλιμον ὡς πρὸς τὰς περιστάσεις, χωρίς νὰ δώσῃς ἀφορμὴν καὶ εἰς τοὺς ἐναντίους σου νὰ εἰποῦν ὅτι ἠθέλησες νὰ ἐκδικηθῇς εἰς αὐτόν. Διὰ τοὺς Τριπολιτζιώτας, καὶ Καρυτινοὺς ὁποῦ γράφεις πρὸς τὴν Διοίκησιν, διὰ νὰ ἐβγοῦν ἀπὸ | ἐδῶ, φροντίζω νὰ ἐνεργηθῇ ἀπὸ αὔριον. Δὲν ἠξεύρω ἐὰν ἔλαβες κᾀμμίαν ἀνταπόκρισιν μὲ τὸν Γούραν, καὶ δὲν τὸ νομίζω ἀνωφελές, ἐὰν δὲν εἶναι κᾀμμία ἄλλη αἰτία εἰς τὸ μέσον, ἡ ὁποία νὰ μοῦ εἶναι ἄγνωστος. Τὸ πρόβλημὰ μου εἶναι τόσον εἰλικρινέστερον, καθ’ ὅσον ὁ Γούρας δὲν εἶναι φίλος μου, ἴσως μάλιστα καὶ νὰ μοῦ εἶναι ἐχθρός, ὄχι διότι τὸν ἔκαμά ποτε τίποτε, ἀλλὰ διότι ἔτζι τὸν ἔψαλλαν. Συμφέρει ὅμως εἰς αὐτὴν τὴν περίστασιν ν’ ἀφαιροῦνται ὅλα τὰ μέσα τῆς ἀντενεργείας, καὶ νὰ συστηθῇ μία ἕνωσις ὅλων τῶν πατριωτῶν, καὶ σὲ ὁμολογῶ εἰλικρινῶς, ὅτι δὲν νομίζω κακὸν πατριώτην τὸν Γούραν, καὶ ἡ ἄγνοια, ἤ ἡ ἀπάτη μόνη ἠμπορεῖ νὰ τὸν παρασύρῃ. Σ’ ἔγραψα πολλά, καὶ θὲ νὰ βαρεθῇς διαβάζωντας τὸ γράμμα μου, ἐπειδὴ ὅμως μ’ ἔδωσες ἀφορμήν, ἐνόμισα χρέος μου νὰ σὲ εἰπῶ εἰλικρινῶς ὅ,τι φρονῶ ἀναγκαῖον διὰ νὰ μὴ ὑπερισχύσῃ ἡ ἀντενέργεια, καὶ διὰ νὰ κατορθωθῇ ὁ κατὰ τῶν ἐχθρῶν μας θρίαμβος, τὸν ὁποῖον καὶ εὔχομαι, καὶ ἐλπίζω τώρα περισσότερον παρ’ ἄλλοτε μὲ τὸ σύστημα τῶν χοσάδων, καὶ ἀφ’ οὗ οἱ Ἕλληνες ἄρχησαν νὰ πτωχύνουν, καὶ νὰ ἐπιθυμοῦν νὰ πάρουν ὀπίσω ὅσα τοὺς ἐπῆραν οἱ Ἄραβες.
Ὁ εἰλικρινὴς ἀδελφός σου
Ἀ. Μαυροκορδάτος
31 Ἰουλ(ίου) 1825, ἐν Ναυπλίῳ.
|