|
Εισαγωγικό Σημειώμα
|
|
Λαπαναγοί, 31 Ιουλίου 1827
Επιστολή των Ανδρέα Λόντου, Μπενιζέλου Ρούφου και Σωτήριου Χαραλάμπη προς τον Γενικό Αρχηγό Θεόδωρο Κολοκοτρώνη με την οποία αναφέρονται στα γεγονότα των τελευταίων μηνών στις επαρχίες της Αχαΐας (επ. Καλαβρύτων, Βοστίτσας και Πάτρας). Αναγνωρίζουν ότι τους «παρελθόντας μήνας» είτε ευρισκόμενοι περί την συνέλευση (Γ΄ Εθνοσυνέλευση Τροιζήνας) είτε σε αποστολή της Διοίκησης, οι εχθροί κατόρθωσαν να πείσουν τους κατοίκους να «προσκυνήσουν», αλλά αυτοί έκαναν ό,τι μπορούσαν για να σταματήσει «τὸ φαρμάκι τοῦ προσκυνήματος». Στη συνέχεια με περίπλοκους συλλογισμούς και ανάλογα επιχειρήματα δηλώνουν ότι δεν μπορούν να συνεργαστούν μαζί του, γιατί «χωρὶς ρυθμὸν καὶ διαταγὰς δὲν ἠμποροῦν πλέον νὰ δουλεύσουν». Στο τέλος, δηλώνουν την υπακοή τους και ζητούν την υπεράσπιση του Αρχηγού.
|
|
Κείμενο
|
|
Ἐξοχώτατε Γενικὲ Ἀρχηγέ!
Εὑρισκόμενοι ἔξω τῶν ἐπαρχιῶν μας, ἄλλοι περὶ τὴν συνέλευσιν καὶ ἄλλοι ὅπου ἡ καθεστώσα Διοίκησις τοὺς εἶχε ὁδηγήσῃ νὰ διαμένουν, ὁ ἐχθρὸς δώσας τὴν προσοχήν του εἰς τοὺς παρελθόντας μῆνας κατὰ τῶν ἐπαρχιῶν Καλαβρύτων, Βοστίτζης καὶ Πάτρας (ἐκατόρθωσεν ὅπερ ἄλλοτε καὶ πολλὰ δυνατώτερος ὣν δὲν ἠδυνήθη νὰ κατορθώσῃ ἤτοι νὰ προσκυνήσουν μερικὰ αὐτῶν), μέρη εἰς τὰ ὁποῖα εἴχαμεν τὰς πατρικάς μας οὐσίας, τοὺς συγγενεῖς μας καὶ φίλους μας, καὶ τοὺς πατριώτας ἐκείνους μὲ τοὺς ὁποίους ἡ παλαιὰ γνωρημία μᾶς συνέδαινε ξεχωριστά. Ἐβιάσθημεν νὰ ἔλθωμεν ἐδὼ νὰ συναγωνισθῶμεν ὡς ἁπλοὶ πολῖται μὲ ὅσους στρατιώτας εἴχομεν ὑπὸ μισθὸν (ἔργον τῆς ἀναποφεύκτου ἀνάγκης). Ἀκολούθως ἡ διακήρυξις τοῦ ἀρχιστρατήγου καὶ ἐκείνη τῆς ἐξοχότητός σου μᾶς ἐνεθάρυναν ἕτι μᾶλλον, καὶ ὑστερημένοι ὅλων τῶν ἀναγκαίων ἐπροσπαθήσαμεν πρὸ τοῦ ἐρχομοῦ σας νὰ ἐμποδίσωμεν τὸ φαρμάκι τοῦ προσκυνήματος. Ἀλλὰ αἰτίαι τὰς ὁποίας ἡ ἐξοχότης σας ἐγκαίρως ἐρευνοῦντες θέλει εὐρεῖτε, ὀλιγώστευον τὰς δυνάμεις τῶν ἐργασιῶν μας καὶ ἐπηύξανον τὴν κακίαν τῶν προσκυνημένων. Ἤλθετε αἰσίως ἡ ἐξοχότης σας, σᾶς ἐπροσφέραμεν τὸν ἑαυτόν μας, σᾶς εἴπομεν ὅτι μ’ ὅλον ὁποῦ δὲν εἴμεθα ἐν τοῖς πράγμασι θέλει προσπαθήσομεν νὰ συντελέσωμεν, καθ’ ἃ δυνάμεως ἔχομεν, ὑπὸ τὴν ὁδηγίαν σας πρὸς τὴν κοινὴν ὠφέλειαν. Ἐφάνητε εἰς τοῦτο εὐάρεστος, καὶ ἡμεῖς εἰς ὅλας τὰς στιγμὰς ἀκολουθήσαμεν τὰς διαταγάς σας. Δὲν ἐθεορήσαμεν, κατὰ τὴν συμβουλήν σου, ἂν οἱ περὶ τὰς ἐπαρχίας αὐτὰς συγγενεῖς μας καὶ φίλοι μας ἔπαθον, ἀφίνοντες τοῦτο νὰ τὸ διορθώσετε ἐγκαίρως, καθὼς πολλάκις μᾶς εἴπετε, καὶ διὰ νὰ μὴ γένῃ αὐτὴ ἡ αἰτία πρόσκωμμα τῶν πολεμικῶν μας ἐργασιῶν. Ἡ πατρικὴ μας οὐσία ἦτον περὶ τὰς πεδιάδας τῆς Βοστίτζης καὶ ἔχρηζε τῆς προσωπικῆς μας ὑπερασπίσεως. Μᾶς διετάξετε νὰ ἀκολουθήσωμεν ἐκστρατεύοντες εἰς τὰ μέρη τῆς Πάτρας, καὶ ἡμεῖς χωρὶς νὰ ἀντείπωμεν ἀκολουθήσαμεν. Οἱ προσκυνημένοι ἀπάτησαν καὶ ἡμᾶς, καὶ τὸν στρατηγὸν Πλαποῦταν, καὶ τὸν υἱόν σας Γενναῖον, καὶ ἀπεσύρθησαν τώρα διόλου πρὸς τοὺς Τούρκους. Ὁ ἐπικεφαλῆς μας στρατηγὸς Πλαποῦτας ἀκολουθῶν τὴν ῥοὴν τοῦ πολέμου, μετέβη ἀπὸ Δεμέστιχα ὅπου ὁ στρατηγὸς Μελετόπουλος, καὶ ἡ διευθυντικὴ ἐπιτροπὴ τῶν Κορινθιακῶν ὅπλων μᾶς διέταξε νὰ τὸν ἀκολουθήσωμεν καὶ νὰ σωματοθῶμεν ὅλοι ἐκεῖ. Εἴχομεν ὅλην τὴν ἐπιθυμίαν νὰ δουλεύσωμεν ἀκόμι στρατιωτικῶς τὴν Πατρίδα. Ἀλλὰ οἱ περὶ ἡμᾶς στρ<ατ>ιῶται μὴ ὄντες στρατολογημένοι ἀπὸ τὰς ἐπαρχίας αὐτάς, ἀλλὰ μέρος ἐξ αὐτῶν εἶναι παλαιοὶ μας ἄνθρωποι, καὶ μέρος μισθωτοὶ Ἠπειρῶται, ἡμεῖς δὲ ἀποβλημένοι ἀπὸ τὰ πράγματα, καὶ ἐμποδισμένοι ἀπὸ τοῦ νὰ ἐνεργῶμεν στρατιωτικῶς εἰς τὰς ἐπαρχίας αὐτάς, τουλάχιστον μὲ τὴν ἄδειαν τοῦ νὰ μᾶς ἀκολουθοῦν οἱ ἔχοντες εὐχαρίστησιν νὰ συμπολεμήσουν μὲ ἡμᾶς καὶ νὰ μὴν πειράζωνται, θεοροῦντες ὅτι ἐκ τῶν εἰρημένων δὲν δυνάμεθα νὰ συντελέσωμεν ὅπου ἔπρεπε καὶ ὅσον ἐπιθυμοῦμεν πρὸς τὴν Πατρίδα, εὑρισκόμεθα βιασμένοι νὰ φροντίσωμεν νὰ οἰκονομήσωμεν ἐξ ἰδίων μας αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους καὶ νὰ ἡσυχάσωμεν ἕνας ἕκαστος εἰς τὰ ἴδια. Τοῦτο ἀρχηγέ! Μὴν τὸ στοχασθῆτε διαφορετικὰ ἐπειδὴ εἶναι γυμνὴ ἀλήθεια. Χωρὶς ρυθμὸν καὶ διαταγὰς δὲν ἠμποροῦμεν πλέον νὰ δουλεύσωμεν. Ὅταν μᾶς στοχασθῆς ἀναγκαίους καὶ μᾶς διατάξῃς εἰς τὰ πράγματα τότε εἴμεθα ἕτοιμοι νὰ κάμωμεν ὅσα αἱ περὶ τὰ μέρη τοῦτα γνώσεις μας ἀπαιτοῦν πρὸς ὀφέλειαν τῆς Πατρίδος καθώς καὶ ἄλλοτε. Πρὸς δὲ τὸ παρὸν συσταίνομεν εἰς τὴν ὑπεράσπισίν σας καὶ εἰς τὴν φιλίαν σας, τὸν ἑαυτόν μας, τοὺς συγγενεῖς μας, τοὺς φίλους μας καὶ μένομεν εὐσεβάστως.
Τῇ 31 Ἰουλλίου 1827
Ἐκ Λαπαναγῶν
Οἱ ἀδελφοί σας
Ἀνδρέας Λόντος
Μπενιζέλος Ῥοῦφος
Σωτῆρος Θεοχαρόπουλος
[Ἐπιγραφὴ διεύθυνσης:]
Πρὸς τὸν ἐξοχώτατον Γενικὸν Ἀρχηγὸν κύιον Θεόδωρον Κολοκοτρώνην
[ἄλλο χέρι:]
ἀρ. 386
Λόντος, Μπενιζέλος καὶ Θεοχαρόπουλος
Τῇ 31 Ἰουλίου ἐγράφη ἐκ Λαπαναγῶν
Τῇ α΄ Αυγούστου ἐλήφθη εἰς Πῦργον
α΄ Δ ἀπόκρισις
|