|
Γλώσσα
|
|
Ελληνική
|
|
Τίτλος
|
|
Επιστολη Μητρου Μπανικοπουλου προς Θεοδωρο Κολοκοτρωνη - αναφορικα με μαχη στο Παρθενι
|
|
Τόπος σύνταξης
|
|
Παρθένι
|
|
Ημερομηνία σύνταξης
|
|
05/09/1826
|
|
Αριθμός Σελίδων
|
|
2
|
|
Διαστάσεις
|
|
222x272
|
|
Μορφολογικός Χαρακτηρισμός
|
|
Πρωτότυπο
|
|
Εισαγωγικό Σημειώμα
|
|
Παρθένι, 5 Σεπτεμβρίου 1826
Επιστολή των οπλαρχηγών Μήτρου Μπαμπανικολόπουλου και Παναγιώτη Ντούσια προς τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη με αναλυτικές πληροφορίες για τη σύγκρουση με οθωμανούς ιππείς που επέδραμαν στην περιοχή. Περιγράφουν πως οι κάτοικοι τους αντιμετώπισαν με επιτυχία, παρότι ήταν αριθμητικά υποδεέστεροι (80 έναντι 300), σκότωσαν κάποιους και αιχμαλώτισαν έναν, τον οποίο και στέλνουν στον Θεόδ. Κολοκοτρώνη. Παρακαλούν, όμως, να τους επιστραφεί, για να προσπαθήσουν να τον ανταλλάξουν με αιχμαλώτους από το χωριό τους. Ζητούν, επίσης, φυσέκια και τρόφιμα για 300 άνδρες, υποσχόμενοι να κάνουν τούς Τούρκους «νὰ μὴν ἰδοῦν οὔτε σταφύλια». Η λέξη «Μπερτζοβάδες» στο νώτο δηλώνει ασφαλώς τους προερχόμενους από το χωριό Μπερτζοβά, το οποίο μόλις το 1928 μετονομάσθηκε σε Παρθένι. Για το λόγο αυτό δημιουργεί απορία η χρήση της λέξης Παρθένι για κάποιον οικισμό το 1826. Εκ παραδρομής σημειώθηκε λάθος μήνας στο νώτο. Οι υπογράφοντες είναι οπλαρχηγοί της επαρχίας Τριπολιτσάς, ο Μήτρος Μπαμπανικολόπουλος (ή και Μπαμπανικολός) είχε καταγωγή από την Μπερτζοβά (βλ. Φ. Χρυσανθόπουλος, Βίοι Πελοποννησίων, σ. 221), ενώ ο Παναγιώτης Ντούσιας (Δούσιας) από τον Αχλαδόκαμπο (βλ. Ιω. Αναγνωστόπουλος, Αχλαδοκαμπίτες Αγωνιστές του 1821). Το αναφερόμενο Παλαιό Μουχλί είναι ο εγκαταλελειμμένος μεσαιωνικός οικισμός στην περιοχή, όπου και το αναφερόμενο χάνι (βλ. Νίκ. Τόμπρος, «Παρόδιοι σταθμοί και μοναστηριακά σύνολα στον Μοριά», σ. 150).
|
|
Παραπομπές
|
|
ΥΠΟΜΝ. Ι.Θ.Κ Σελ 381
Υπομνήματα, σ. 381-382
|
|
Συντάκτης
|
|
Μπαμπανικολόπουλος Μῆτρος
,
Ντούσιας Παναγιώτης
|
|
Αποδέκτης
|
|
Κολοκοτρώνης Θεόδωρος
|
|
Κείμενο
|
|
Ἐκλαμπρότατε Γενικὲ Ἀρχηγέ.
Χθὲς διὰ νυκτὸς ἦλθαν οἱ ἐχθροὶ μὲ δύναμιν καταπάνω μας, οἱ ὁποῖοι ἔγιναν δύω σώματα. Τὸ ἓν σῶμα ἦλθεν ἀπὸ τὴν Ψυλὴν Ῥάχην, το δὲ ἄλλο ἦλθεν άπὸ τὸν γῦρον είς τὸ Παλεὼ Μουχλί. Ἦλθον ἀπὸ αὐτοὺς δέκα ἀτλήδες εἰς τὸ Παρθένι διὰ νὰ μὴν καταλάβωμεν τοὺς ἄλλους, τοὺς ὁποίους ἐτουφεκίσαμεν καὶ ἐπέστρεψαν ὀπίσω. Καὶ ξημερώνοντας εἴδαμεν τοὺς ἄλλους ὁποῦ ἦτον εἰς τὸ Παλεὸ Μουχλί, οἱ ὁποῖοι ἐπῆγαν ἕως τοῦ Ἀχλαδοκάμπου τοὺς μύλους διὰ νὰ αἰχμαλοτήσουν καὶ νὰ πάρουν πράγματα. Αὐτὸ ὅμως δὲν τὸ ἀξιώθηκαν ἐπειδή ἐτρέξαμεν καταπάνω τους καὶ τοὺς διὰσκορπίσαμεν, καὶ διεκόψαμεν τὸν Ντελήμπασι μὲ ἄλλους πέντε ἀτλήδες καὶ τὸν ἠφέραμεν κινηγῶντας ἕως εἰς τὸ χάνι. Καὶ ἐκεὶ ἔστρεψε κατεπάνω μας κάμνοντας γ͜ιουρούσι διὰ νὰ φύγη βλέποντας τοὺς ἐδικοὺς μας ὁποῦ εἶσαν ὀλίγοι, ἐπειδή οἱ ἄλλοι ἤμεθα εἰς τὸ Παλιὸ Μουχλὶ καὶ ἐπολεμούσαμεν τοὺς πολλούς. Αὐτοὶ ὅμως ἔκαμαν τὸ χρέος τους καὶ ἐσκότωσαν ἀπὸ τοῦ Ντελήμπασι ἀτλίδας δύω καὶ ἕναν ζωντανόν, τὸν ὁποῖον τὸν στέλνωμεν αὐτοῦ. Καὶ ἀπεκεῖ τοὺς ἐβάλαμεν ὀμπρὸς ἕως εἰς τὸ Στενὸ καὶ εἰς αὐτὸ τὸ διάστημα ἐσκοτώσαμεν πέντε πεζοὺς καὶ εὐγάλαμεν ὅλα τὰ πράγματα ὁποῦ εἶχαν παρμένα. Μόνον ὀγδοήντα γυδοπρόβατα έπῆραν. Μᾶς ἐλάβωσαν καὶ ἕναν Ἕλληνα ὁ ὁποῖος ὑγιαίνει. Μὰ τὶ νὰ κάμουν οἱ ὀγδοήντα Ἕλληνες μὲ τρακόσιους Τούρκους · ὅμως μὲ τὴν δύναμιν τοῦ Θεοῦ ἐκάμαμεν τὸ χρέος μας. Πλὴν παρακαλοῦμεν νὰ μᾶς ἐφοδιάσης ἀπὸ φουσέκια, ὅτι εἴμεθα οἱστερημένοι, καὶ ἂν ἀγαπᾶς διὰ νὰ κάνωμεν τού Τούρκους νὰ μὴν ἰδοῦν οὔτε σταφύλια νὰ μᾶς δώσης τροφὴν διὰ τρακόσιους καὶ τότε νὰ άκούσης τὶ κάνουν οἱ ἀγκαθάδες. Ὁ πόλεμός μας ὅμως ἐστάθη ἀπὸ τὸ πουρνὸ ἕως τὸ δεῖλι. Τὸν Τοῦρκον, ἂν εἶναι ὁρισμός σας, νὰ μᾶς τὸν στείλης ὀπίσω. Ἴσως ἠμπορέσωμεν νὰ βγάλωμεν μίαν φαμήλια ἐδικοί μας ὁποῦ προτήτερας εἶχαν παρμένοι. Καὶ μένωμεν μὲ ὅλον τὸ σέβας.
Τῇ 5 Σεπτεμβρίου 1826 Παρθένοι
Οἱ ἐδικοί σου
μῖτρος μπαμπανικολόπουλος
Παναγιότις ντούσιας
[Ἐπὶ τοῦ νώτου:]
Μπερτζοβάδες 5 Αὐγούστου 1826
Παρθένη
|