|
Εισαγωγικό Σημειώμα
|
|
Μεσολόγγι, 10 Ιουνίου 1825
Έπιστολή του Νικήτα Σταματελόπουλου προς τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, με την οποία τον ενημερώνει για τις εξελίξεις στην πολιορκία του Μεσολογγίου. Γίνεται ειδική αναφορά σε επίθεση των Οθωμανών για να «πάρωσιν ἕνα νησάκι»· πρόκειται για την ανεπιτυχή έφοδο στη νησίδα Μαρμαρού που συνέβη το βράδυ της 7ης προς την 8η Ιουνίου (βλ. Αρτ. Μίχος, Απομνημονεύματα, σ. 47). Στη συνέχεια εκφράζει παράπονα γιατί δεν έχουν φτάσει στο Μεσολόγγι οι ενισχύσεις που ανέμενε και ζητεί από τον θείο του να εφαρμόσει τη συνήθη «πατριωτικὴν ἐκστρατείαν με φωτιὰ καὶ τζικούρι», προκειμένου να προχωρήσει η στρατολογία (βλ. και σχετικό). Τέλος, διατυπώνει το σχέδιο που συναποφάσισαν στο Μεσολόγγι σε συνέλευση: όταν φτάσουν οι πελοποννησιακές ενισχύσεις, πρώτα θα επιχειρήσουν να εκδιωχθεί ο «Κερατοκιταή» (ο Κιουταχής πασάς) και στη συνέχεια θα εκστρατεύσουν εναντίον του φρουρίου της Πάτρας. Με τη σημείωση στο περιθώριο ζητεί να επιστρέψει γρήγορα ο γραμματικός του, ο Γεώργιος Αθανασιάδης, ο οποίος βρισκόταν στην Πελοπόννησο από την 1η Ιουνίου μεταφέροντας επιστολές του Νικηταρά (βλ. έγγραφο [306]).
|
|
Κείμενο
|
|
Θεῖε μου προσκυνῶ!
Καὶ προχθὲς σᾶς ἔγραφον τὰ πάντα, καὶ αὔθις σᾶς ξαναγράφω τὴν ἐδῶ ἀνάγκην τοῦ Μισολογγίου, καὶ τὰ διατρέχοντα. Προχθὲς μᾶς ἦλθον οἱ ἀγάδες δύο χιλλιάδες εἰς τὰς ἕξυ ὥρας τῆς νυκτός, ἵνα μᾶς πάρωσιν ἕνα νησάκη, τὸ ὁποῖον ἀπέχει ἕξω τοῦ φρουρίου ἕως ἕνα τουφέκι διάστημα, διὰ τὸ ὁποῖον καὶ ἐνοήσαντες οἱ Ἕλληνες τοὺς ἐκτύπησαν μὲ μιστράλ͜ια, καὶ μὲ ἑλληνικὸν τουφέκι, ὥστε πελαγόνοντὲς τους εἰς τὴν θάλασσαν ἐσκότωσαν ἀρκετούς, καὶ ἐλάβωσαν πολλούς, πέρνοντάς τους ἀρκετὰ λάφυρα, πιστόλια, τουφέκια, σπαθ͜ιά, γιαταγάνια, τζαρούχια, καὶ ἄλλα ὅμοια, ὁποῦ ἕως σήμερον ὁλοένα εὑρίσκουν ἀκόμη.
Ἀπὸ τοὺς διορισθέντας στρατιώτας πρὸς τὰ ἐδῶ, δὲν εἶδον εἰσέτη οὔτε ἕν, τὸ ὁποῖον καὶ λειποῦμαι μεγάλως, καὶ ἀπορῶ εἰς τὴν τόσην ῥαθυμίαν καὶ ὀκνηρίαν τῶν συμπατριωτῶν μας Πελοποννησίων, εἰς τέτοιαν κινδυνώδην περίστασιν τῆς Πατρίδος, νὰ μὴν θέλουν νὰ κινηθοῦν παντελῶς, ἀλοίμονον εἰς τὴν συμφορὰν ταύτην. Ὅθεν θεῖε μου, κάμε ἐκείνην τὴν συνείθη σου πατριωτικὴν ἐκστρατείαν με φοτιὰ καὶ τζικούρη (ὡς ἀρκετοὶ τοῦ τοιούτου) ἵνα ἀπαντήσις τὴν αὐτὴν κινδυνώδη ἀπάντησιν τοῦ ἐπαράτου Μπραϊμάκη, ὅστις καὶ ἐφαντάσθη τόσον ὁ κερατὰς ἵνα κάμῃ τὴν Πελοπόννησον φίτ,ἄχ· κακὴ τύχει, ὁποῦ ἡ ἐδῶ περίστασις δέν μοῦ τὸ ἐσυγχωροῦσε νὰ μεταβῶ καὶ ἐγὼ πρὸς τὰ αὐτοῦ, ἵνα τὸν ἐχαιρετήσω.
Διὸ ἀναπαρακαλῶ, πάσχησον ὅσον τάχος, ἵνα μὲ στείλῃς κανὲν σῶμα Λεονταρίτας καὶ Καρητινούς, διότι ἂν ἡ αὐτοῦσε βοήθεια δὲν προφθάσει μίαν ὥραν ἀρχήτερα, ὁ Κερατοκιταής δὲν βλάπτεται, καὶ ἀνάγκην ἵνα ἔξελθωσι μὲ ὅλην τὴν ταχύτητα, καὶ ἐρχάμενοι ἐλπίζω εἰς τὸν ὕψιστον νὰ τοὺς ἐδόσωμεν τὸ ἰζάμι, καὶ δίδοντάς τον ἐκάμαμεν συνέλευσιν καὶ σχέδιον μὲ τοὺς ἐδῶ ἀδελφούς, ὅτι νὰ ῥιχθῶμεν πάντες εἰς Πάτραν ἀπὸ μία κολώνα χιλλιάδες δέκα, ὅπου ἐλπίζω καὶ αὐτὴ νὰ λάβῃ τὸ πρέπον της –μὴν λείπεις λοιπὸν ἀπὸ τοῦ νὰ ἐνεργήσῃς τὰ γραφόμενά μου, μὲ ἐκείνην τὴν συνείθη σου πατριωτικὴν προθυμίαν καὶ ζῆλον σου, γράφοντάς μου καὶ τὰ αὐτόθι διατρέχοντα, ἐπευχόμενος εἰς τὸν Θεόν, ἵνα σᾶς χαρίσῃ νίκας λαμπρᾶς κατὰ τῶν Αἰγυπτίων, προσκυνῶντας σας μένω, μὲ τὸ ἀνῆκον σέβας.
Μισολόγγιον τῇ 10
Ἰουνίου 1825
ὁ ἀνεψιὸς σου
Νικήτας σταματελόπουλος
[Πλαγίως:] Στείλε μου καὶ τὸν γραμματικόν μου ταχέως.
|