|
Εισαγωγικό Σημειώμα
|
|
Σούλι Δερβενίου (Λεονταρίου), 27 Μαΐου 1826
Σχέδιο αναφοράς του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη προς τη Διοικητική Επιτροπή με την οποία αναφέρεται αναλυτικά στις κινήσεις του. Στις 25 Μαΐου ξεκίνησε τη μετάβασή του στον Αλμυρό Μάνης για να συναντήσει του καπετάνιους της περιοχής. Στη συνέχεια αναφέρεται στη μετακίνηση των εχθρικών δυνάμεων προς τα μεσσηνιακά φρούρια. Περιγράφεται το δρομολόγιο τους από τον κάμπο της Καρύταινας, στη Μεγάλη Αναστάσοβα και στον Άκοβο και τη φθορά που τους προκάλεσαν οι Έλληνες ένοπλοι των χωριών. Αναφέρεται στο περιστατικό στη θέση Χορηγόσκαλα, όπου 20 γυναίκες, άλλες με παιδιά και άλλες παρθένες, «έπεσαν από τους κρημνούς» για να γλιτώσουν την αιχμαλωσία και την ατίμωση. Ο αναφερόμενος «Κατζαριώτης Κουρούσης» που «εφόνευσε τέσσερας» Αιγύπτιους πρέπει να είναι ένα από τα μέλη της οικογένειας Κουρούση από το χωριό Κατσαρού (σημ. επαρχίας Μεσσήνης) που έλαβαν μέρος στον Αγώνα (βλ. Μ. Φερέτος, Μεσσήνιοι και Μανιάτες αγωνιστές, τ. 2, σ. 253). Οι εχθρικές δυνάμεις από εκεί και μέσω Καλαμάτας-Νησίου (Μεσσήνης) εισήλθαν στα μεσσηνιακά φρούρια. Τα παραπάνω γεγονότα βρήκαν γρήγορα τη θέση τους στον Τύπο (βλ. Γενική Εφημερίς της Ελλάδος, φ. 63, 5.6.1826), με αρκετές ομοιότητες με την παρούσα, πιθανόν γιατί ο εφημεριδογράφος βασίστηκε στην επίσημη αναφορά που απέστειλε ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης στη Διοίκηση. Στη συνέχεια αναφέρεται στις ενέργειες του στον Αλμυρό. Συναντήθηκε με τον Μούρτζινο, τον στρατηγό Νικήτα Σταματελόπουλο, τον Κουμουνδουράκη και τους Καπετανάκηδες, ενώ δεν συναντήθηκε με τους Μαυρομιχάληδες οι οποίοι εμποδίστηκαν στο Λιμένι λόγω ενάντιων ανέμων. Έλαβε την υπόσχεση από τους Μανιάτες ότι θα εκστρατεύσουν και θα ενισχύσουν το πελοποννησιακό στρατόπεδο. Στη συνέχεια αναφέρεται στην επιστροφή του από τη Μάνη και στις ενέργειες άλλων οπλαρχηγών, και ενημερώνει για την προσπάθειά του να βρει φορτηγά ζώα για να μεταφέρονται προμήθειες στο στρατόπεδο (ζήτημα που έχει απασχολήσει την αλληλογραφία του Αρχηγού με τη Διοίκηση και προηγούμενα, βλ. σχετικά [711], [714]). Στο ίδιο δίφυλλο βρίσκεται και άλλο σχέδιο εγγράφου (βλ. έγγρ. [719]). Το οριστικό κείμενο της παρούσας αναφοράς, το οποίο στάλθηκε στη Διοικητική επιτροπή από τα Δερβένια την 1η Ιουνίου 1826, δημοσιεύεται στο: Κ. Κοτσώνης, Ο Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο, σ. 382-384· βλ. και σχόλια στο Σταυρ. Καπετανάκης, Οι Μανιάται, σ. 654.
|
|
Κείμενο
|
|
Πρὸς τὴν Σ(εβαστὴν) Δ(ιοικητικὴν) Ἐπιτροπήν
Περὶ τὴν δην ὤραν τῆς νυκτὸς τῶν 25 ἤδη λήγοντος ἀναφερόμενος εἰδοποίουν τὴν Διοίκησιν τὴν ἀπόφασίν μου καὶ τὸ κίνημά μου διὰ [[τόν]] Ἁλμυρὸ διὰ νὰ ἀνταμώσω ἐκεῖ τοὺς Σπαρτιάτας καπετανέους. Ἀλλ’ἐπειδὴ εἰς αὐτήν μου τὴν ἀναφορὰν ἔλεγον ὅτι ἀκολούθως θέλει εἰδοποιήσω τὴν Διοίκησιν τὸν τρόπον καθ’ ὃν ἔγινε ἡ κατάβασις τῶν ἐχθρῶν εἰς τὰ μεσσηνιακὰ φρούρια, σπεύδω νὰ ἐκπληρώσω ἤδη μὲ τὴν ἐπιστροφήν μου διὰ τῆς παρούσης μου.
Οἱ ἐχθροὶ περὶ τὴν 21ην λήγοντος ἀσυκώθησαν ἀπὸ τὸν κάμπον Καρύτενας καὶ ἐξακολουθοῦντες τὴν ὁδόν, ἥτις ἔδειχνε τὴν πορείαν τῶν καταφευγόντων πρὸς τὰ πισινὰ χωριὰ Καρυτινῶν καὶ ἄλλων ἐπροχώρησαν ἕως εἰς τὴν Μεγ. Ἀναστάσοβαν, καθ’ ὁδὸν εἰς τὸν Ἄκοβον. Τυχόντες δέκα Ἀκοβῖται ἔκλεισαν εἰς ἓν μέρος εἰκοσιὲξ ἐχθρούς, ἐξ αὐτῶν, τοὺς μὲν ὀκτώ ἐφόνευσαν, τοὺς δὲ 18 ἐζώγρησαν, ἐν οἷς καὶ ἕνα ἐπίσημον, [[τρεῖς]] ὀφφικιάλους, τοὺς ὁποίους κυνηγούμενοι ἀπὸ ἄλλους ἐχθροὺς ἐφόνευσαν καὶ αὐτούς. Οἱ ἐχθροὶ αἰχμαλωτίσαντες ὀλίγας τινας ἀδυνάτους ψυχὰς κατ’ ἐκεῖνα τὰ μέρη διευθύνοντο τὰς πρὸς τὰ μεσσηνιακὰ φρούρια ὁδούς, οἱ ἐν ὄρεσι εὑρισκόμενοι μὲ τὰς φαμηλίας των [[εὑρισκόμενοι]] Ἕλληνες ἔπεσαν κατὰ πόδας των, καὶ ποῦ μὲν τρεῖς, ποῦ δὲ δύω, ποῦ τέσσαρες καὶ ποῦ δέκα ἐφόνευον, ὥστε ἕνας Κατζαριώτης ὀνομαζόμενος Κουρούσης ἐφόνευσε τέσσαρας. Καὶ εἴκοσι περίπου γυναῖκες μὲ τὰ παιδιὰ των καὶ παρθένοι θεωροῦσαι εἰς ἓν μέρος ὀνομαζόμενον Χορηγόσκαλαν ὅτι ἦσαν εἰς κίνδυνον νὰ ζωγρηθῶσιν ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς, αἱ μὲν προτιμήσασαι τὸν ἔντιμον θάνατον ἀπὸ τὴν ἄτιμον δουλείαν ἔπεσαν ἀπὸ τοὺς κρημνούς, ἄλλαι δὲ κυλίουσαι πέτρας, ἐφόνευσαν ἐκ τῶν ἐχθρῶν, καὶ οὕτω διέφυγον ἐπαξίως τῆς ἑλληνικῆς γενναιοφροσύνης τὴν αἰχμαλωσίαν των [[τῶν ἐχθρῶν]], καὶ ἐξέπληξαν τοὺς θεωροῦντας [[αὐτὰς]] τὴν ἀπόφασίν των Ἕλληνας καὶ ἐχθρούς, οἱ ὁποῖοι ὕστερον διὰ τῆς Καλαμάτας καὶ Νησίου ὑπῆγαν εἰς τὰ μεσσηνιακὰ φρούρια, ὅπου καὶ διατρίβουν. Ὅλα δὲ ταῦτα μαρτυροῦσι τὰ πτώματα τῶν ἐχθρῶν, καὶ τὰ μοσχέτα καὶ παγιονέτες των, ὅπου ἐπῆραν οἱ Ἕλληνες, ὥστε ὅλη ἡ φθορὰ τῶν ἐχθρῶν εἶναι ἐπέκεινα τῶν πεντακοσίων. Εἰς ὅλην των τὴν ἐκστρατείαν ἀπὸ Πάτρας ἕως ἐκεῖ αἰχμαλώτισαν περίπου τῶν πεντακοσίων ψυχῶν γυναικῶν καὶ παιδίων, καθώς ὁμολογοῦσιν ὅλαι αἱ διαφεύγουσαι ἀπὸ τοὺς ἐχθροὺς αἰχμάλωτοι γυναῖκες, αἱ ὁποῖαι εἶναι περίπου τῶν 100 | καὶ ὅλαι συμφώνως λέγουν ὅτι ὁ ἐχθρὸς κατ’ αὐτὰς σκοπεῖ νὰ κάμῃ τὸ κίνημὰ του.
Καὶ ταῦτα μὲν περὶ τῶν ἐχθρῶν. Ἐγώ δὲ τὴν Τετράδην πρὸς τὴν μεσημβρίαν ἔφθασα εἰς Ἁλμυρό. Ἀμέσως δὲν ἔλειψα νὰ προσκαλέσω τοὺς στρατηγοὺς Ἰω. Μαυρομιχάλην, Μούρτζινον καὶ λοιποὺς ὁπλαρχηγοὺς τῆς Σπάρτης, καὶ ὁ μὲν Μούρτζινος μὲ τὸν στρ. Νικίτα, ὅστις ἦτον πρὸς αὐτὸν πηγεμένος διὰ τὸν αὐτὸν ἐδικόν μου σκοπὸν [[καί]] μὲ τὸν Κουμουντουράκην καὶ μὲ ἄλλους Σπαρτιάτας καπετανέους ἦλθον τὴν Πέμπτην· ὁ δὲ Μαυρομιχάλης εὑρισκόμενος εἰς τὸ Λιμένι καὶ ἐμποδιζόμενος ἀπὸ ἐναντίους ἀνέμους δὲν εἶχε φθάσει ἕως χθές, ὅτι βιαζόμενος νὰ ἐπιστρέψω εἰς τὸ Γεν. Στρατόπεδον, πρὸς μὲν τοὺς παρευρεθέντας Μούρτζινον, Κουμουντουράκην, Καπετανάκιδες καὶ ἄλλους ὡμίλησα, ὅσα ἐνόμιζα [[ἀρκετά]] ἱκανὰ νὰ τοὺς προσκαλέσουν εἰς τὴν ἕνωσιν καὶ ἀπόφασιν νὰ ἐκκινήσουν, οἵτινες καὶ πεισθέντες μοῦ ἔδοσαν πλήρη ὑπόσχεσιν, ὅτι ἐντὸς ὀλίγων θέλει ἐκστρατεύσουν ἄφευκτα καὶ νὰ συγκροτήσουν πρὸς τὸ παρὸν σπαρτιατικὸν στρατόπεδον εἰς Ἁλμυρόν, καὶ τὸ ὁποῖον νὰ συναγροικῆται μὲ ἡμᾶς. Πρὸς δὲ τὸν στρ. Ἰω. Μαυρομιχάλην και λοιποὺς μὴ παρευρεθέντας καπετανέους Σπαρτιάτας ἔγραψα ὅσα ἐγνώριζα ἱκανὰ νὰ τοὺς πείσουν εἰς τὴν αὐτὴν ἀπόφασιν, τὸ ὁποῖον ἐλπίζω νὰ ἐξακολουθήσωσιν ὅλοι συμφώνως. Καὶ οὕτω χθὲς ἀνεχώρησα ἐκεῖθεν μετὰ τοῦ στρ. Νικηταρᾶ, Π. Γιατράκου, ἐλθόντες τὴν ὥραν τοῦ ἀναχωρισμοῦ μου, [[Νικηταρά]] Γεροπέτροβα καὶ Κριντζάλη. Καὶ ἡμεῖς ἐφθάσαμεν ἐνταῦθα σήμερον, ὁ δὲ στρ. Γιατράκος ὑπῆγεν ἀπὸ τὰ πισινὰ χωρία καὶ παρέλαβεν τοὺς ἐκεῖ συναγμένους Μιστριώτας, καὶ ἦλθεν ὁμοῦ ἐδῶ, ὁμοίως ὑπῆγαν καὶ οἱ ἄλλοι εἰς τὰς ἐπαρχίας των καὶ σήμερον [[αὔριον]] ἔρχονται καὶ αὐτοὶ καὶ οἱ Φαναρῖται [[ὅλη]] ἐδῶ διὰ νὰ συσκεφθῶμεν καὶ διορίσωμεν [[ἀποφασίσομεν]] τὰς θέσεις, ὅπου πρέπει ἕκαστος νὰ καταλάβῃ. Τὸ ἐδῶ εὑρισκόμενον στράτευμα κατὰ τὴν γενομένην παρὰ τοῦ στρ. Κολιοπούλου χθεσινὴν [[σημερινήν]] καταμέτρησιν συμποσοῦται ἐπέκεινα τῶν πέντε χιλιάδων. Ὁ στρ. Θεοχαρόπουλος καὶ ὁ κὺρ Δ. Δελιγιάννης δὲν ἔφθασαν εἰσετι ἐνταῦθα, ἐβιάσθησαν πάρα πολύ παρὰ τοῦ στρ. Κολιόπουλου καὶ Γενναίου καὶ ἐλπίζω νὰ φθάσωσιν αὔριον. Καὶ ἐγὼ ἅμα φθάσας, δὲν ἔλειψα νὰ βιάσω καὶ πάλιν καὶ αὐτοὺς καὶ τὰς λοιπὰς ἐπαρχίας ὅλαι νὰ φθάσωσιν [[αὐτοὺ]]. Προσπαθῶ ἀκούραστως. Δὲν λείπω διόλου ἀφ΄ ὅτι γνωρίζω, ὅτι δύναται νὰ συντελέσῃ πρὸς ἐμψύχωσιν τῶν | Ἑλλήνων, καὶ εὔχομαι νὰ μὴν ἀποβοῦν οἱ κόποι μου είς μάτην. Καὶ ἀφ’ ὅσον θεωρῶ ὁ λαὸς εἶναι πρόθυμος, ἀλλὰ ἡ ἔλλειψις τῶν τροφῶν ἐλαττώνει τὴν προθυμίαν του. Ὅθεν διὰ νὰ εὐκολυνθῆ ἡ οἰκονομία τῶν τροφῶν εὔγαλα ἐκτελεστικὴν δύναμιν εἰς τὰς ἐπαρχίας Καρυταίνης καὶ Λεονταρίου νὰ συνάξουν διακόσια πεντήκοντα ζῶα, νὰ τὰ ἀποστείλουν αὐτόσε, νὰ φορτωθῶσιν τροφαὶ καὶ νὰ μετακομισθῶσιν ἐνταῦθα καὶ οὕτω ἀκολούθως νὰ μετακομίζωσιν καὶ τὰ μησθωθέντα ζῶα καὶ νὰ μὴ μᾶς προφασίζονται οἱ στρατιῶται τὴν ἔλλειψιν τῶν τροφῶν.
Προσπαθῶ περιπλέον διὰ νὰ ἐκκινήσω διὰ τ’ αὐτόσε ζῶα νὰ μᾶς μετακομίσωσι τροφάς, ἀλλὰ κυρίως πρέπει καὶ ἡ Διοίκησις νὰ φροντίσῃ αὐτόθεν νὰ μᾶς στείλῃ διὰ νὰ μὴν ἔχωμεν πόλεμον καὶ τὴν ἔλλειψιν αὐτήν, ἥτις ἐπαπειλεῖ καθημέραν τὴν λειποταξίαν τῶν στρατιωτῶν. Οἱ κύριοι Ἁγιοπετρῖται, Πραστιῶται καὶ Κρανιδιῶται οὔτε ἐκινήθησαν οὔτε ἔχουν ἴσως σκοπὸν νὰ κινηθοῦν ἑνόσω δὲν βλέπουν νὰ τοὺς ἐκκινήσῃ ἐκτελεστικὴ δύναμις, καὶ ἐμὲ νὰ μὴν εἶμαι πλησίον των. Ἡ Διοίκησις εἰς ἀπόκρισιν τῶν περὶ τούτων ἀναφορῶν μου δὲν μὲ εἰδοποίησε τίποτε καὶ ἂν καὶ τώρα δὲν εἰσακουσθῶ νὰ τοῖς σταλθῇ μία ἱκανὴ ἐκτελεστικὴ δύναμις, εἶμαι ἀναγκασμένος νὰ ὑπάγω ὁ ἴδιος νὰ κάμω πρὸς αὐτοὺς τὸ χρέος μου.
1826 Μαΐου 27
ἐκ Σοῦλι Δερβενίου
|