|
Εισαγωγικό Σημειώμα
|
|
χ.τ., Νοέμβριος 1825
Σχέδιο επιστολής του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη προς το Υπουργείο Πολέμου με την οποία το ενημερώνει για τις κινήσεις των εχθρών γύρω από την Τριπολιτσά. Ο ίδιος κατόρθωσε να συγκεντρωθούν όλα τα σώματα στα Δερβένια Λεονταρίου, όπου επιτέθηκαν στην οπισθοφυλακή των εχθρικών δυνάμεων στα Μεσσηνιακά φρούρια, αλλά χωρίς αξιόλογο αποτέλεσμα. Ο Θεόδ. Κολοκοτρώνης περιγράφει αναλυτικά τα πολεμικά συμβάντα και επισημαίνει την αξία της επιμελητείας και την ανάγκη να τους χορηγηθούν τρόφιμα από τα οποία είχαν πλήρη έλλειψη. Στη συνέχεια περιγράφει σχέδιο εφόδου στην Τριπολιτσά με σκοπό την κατεδάφισή του τείχους της, υπό την προϋπόθεση της αποστολής από τη Διοίκηση τροφίμων και πολεμοφοδίων και κάποιων στρατιωτικών ενισχύσεων. Ακόμη, αναφέρεται στα σώματα των Δεληγιανναίων που βρίσκονταν στην περιοχή του Λάλα (βλ. σχετικό [640]), ενώ αναφέρεται και στον Δημήτριο Πλαπούτα (Κολιόπουλο), ο οποίος βρισκόταν επίσης στην ίδια περιοχή (για τις κινήσεις του Πλαπούτα βλ. και σχετικά· στις 14 Νοεμβρίου βρισκόταν στον Άγιο Ιωάννη Καρύταινας, βλ. Αγ. Τσέλαλης, Πλαπούτας, σ. 447). Η αναφορά στον «ἀποκλεισμὸν τοῦ Χλουμουτζίου» σχετίζεται με την πολιορκία, στις 10 Νοεμβρίου, από τις Αιγυπτιακές δυνάμεις του ομώνυμου φρουρίου στο οποίο είχαν καταφύγει οι κάτοικοι του Βαρθολομιού Ηλείας (βλ. Ακαδημία Αθηνών, Ημερολόγιο, σ. 442). Η ακριβής ημερομηνία της αναφοράς δεν μας είναι γνωστή και η μεταγενέστερη προσθήκη «14 9βρίου 1825» ή είναι καταφανώς εσφαλμένη, αφού από στο κείμενο υπάρχει ήδη αναφορά του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη σε προηγούμενη επιστολή του της η 15ης Νοεμβρίου, ή αντιστοιχεί στην ημερομηνία εγγράφου του Υπουργείου Πολέμου στα οποία απαντά ο Γενικός Αρχηγός με την παρούσα. Πάντως το παρόν συντάχθηκη γύρω στα μέσα του μηνός Νοεμβρίου.
|
|
Κείμενο
|
|
Πρὸς τὸ ἔξοχον Ὑπουργεῖον τοῦ Πολέμου
Καὶ προλαβόντως μὲ διαφόρους μου ἀνεφέρθην εἰς τὸ ἔξοχον ὑπουργεῖον [[εἰς τάς 15 τρέχοντος τὴν καθ’ ἡμᾶς τοῦ στρατοῦ μας κατάστασιν]] καὶ μὲ τὴν τελευταίαν μου τὴν ἀπὸ 15 τρέχοντος ἀνήγγειλα διὰ τὴν τοῦ στρατοῦ μας κατάστασιν. Ἤδη δὲ σπεύδω νὰ σᾶς εἰδοποιήσω ὅτι οἱ ἐχθροὶ ἀφ’ οὗ ἔλαθον τοὺς εἰς τὰ Δερβένια καὶ διέβησαν ἤδη χωρίς ἀντίκρουσιν ἤ τουφέκι εἰς Τριπολιτσὰν χωρὶς νὰ χάσουν μίαν ἡμέραν, εἰς τάς 15 τὴν Δευτέραν ξημερώνοντας ἐξῆλθον τῆς Τριπολιτσᾶς διὰ νυκτὸς , καὶ ἦλθον εἰς Λεονδᾶρι καὶ Δερβένια. Τὴν εἴδησιν ταύτην μόλις μᾶς ἔδωσαν εἰς τάς τρεῖς ἡ ὥρα τῆς νυκτὸς καὶ ἀμέσως ἐκίνησα μὲ διακοσίους μόνον ὁποῦ εἶχα κοντὰ μου ὡς σωματοφύλακας (ἐπειδή τὸ ἄλλο σῶμα ἅμα μαθών τὴν τοῦ ἐχθροῦ διάβασιν ἀπέστειλα καὶ διέταξα νὰ στέκῃ κατὰ τὴν Ἀλωνίστεναν καὶ Δαβιὰν διὰ κάθε ἐχθρικὸν ἐνδεχόμενον κίνημα) ἔδωσα φωνὴν καὶ μήνυμα [[ἀγγελίαν]] εἰς ὅλα τὰ πέριξ χωριὰ καὶ τὸν κάμπον Καρυταίνης, καὶ ὥστε νὰ φθάσωμεν εἰς Δερβένια συναθροίσθησαν πανταχόθεν ἀπὸ τὰ ὄρη, τὰ δάση καὶ τὰ σπήλαια ὑπέρ τοὺς χιλίους πεντακοσίους μὲ μίαν φωνήν. Μόλις ἡ ἐμπροσθοφυλακή μᾶς ἔφθασε μέρος τῆς ἐχθρικῆς ὀπισθοφυλακῆς, ὅπου τὴν ἐτουφέκισε, ἀλλὰ δὲν ἐδυνήθη καὶ νὰ τὴν βλάψῃ ἀπό τε τὸν κρότον τῶν δουφεκίων καὶ διὰ νὰ τοὺς εἶχον κτυπήση τὴν νύκτα μερικοὶ Ἕλληνες εἰς τὸν ὕπνον, ἀφ’ ὅτου τοὺς ἐπῆραν δέκα ἄτια, μουλάρια καὶ ἕξ ἑπτὰ δουφέκια, ἐπειδή καὶ οἱ ἐχθροὶ διέβησαν καὶ ἔπεσαν εἰς τὸν κάμπον τοὺς Λάκκους. Καὶ εἴχομεν ἀπόφασιν νὰ τοὺς ἐξακολουθήσωμεν ἐξ ὀπίσω ἕως τὰ Κάστρη καὶ ἤ εἰς τάς πτέρυγας νὰ τοὺς κτυπήσωμεν ἤ τὴν νύκταν εἰς τὸν ὕπνον. [[Ἀλλά]] Ἀλλ’ ἀνεφοδίαστοι ὄντες καὶ ὑστερημένοι διόλου καὶ ἀπ’ αὐτὸ τὸ ἀναγκαιότατον δηλ. τὸ ψωμὶ δὲν ἐπροχωρήσαμεν, ἀλλ’ἐξ ἀνάγκης ὀπισθογυρίσαμεν, ἀφοῦ παρετηρήσαμεν τὸ στράτευμα [[τὸν ἐχθρόν] τοῦ ἐχθροῦ, ὁ ὁποῖος ἦτον περίπου τῶν τριῶν ἤμισυ χιλιάδων· ἡ ἀποτυχία αὕτη μὲ κατελύπησε καθ’ ἕνα τρόπον, ἀλλ’ ἡ προθυμία τῶν Ἑλλήνων ἐκείνη ἡ ἀπαραδειγμάτιστος μὲ παρηγόρησε καὶ μὲ δίδει χρηστάς ἐλπίδας. Δι’ ὅτι ὄχι μόνον οἱ Καρυτινοὶ ἔτρεξαν, ἀλλ’ ἐξ ὀπίσω καὶ οἱ Ἀρκάδιοι καὶ οἱ Φαναρίται· ὥστε ἄν ἤθελε προφθάσῃ νὰ κροτηθῇ πόλεμος, βέβαια ἤθελε χαθεῖ πολύ μέρος τοῦ ἐχθροῦ. Οἱ κύριοι Δελιγιαναῖοι μὲ ὅλον τὸ σῶμα τοῦ τμήματος Λαγκαδίων, Ἄκοβας, Πέρα Μεριᾶς, ἀπέρασαν κατὰ τοῦ Λάλα. Ὡσαύτως καὶ ὁ Κολιόπουλος μὲ τοὺς | Ἡλιοδωρίσιους, τοῦ ὁποίου σᾶς περικλείεται καὶ ἕν γράμμα ὁμοῦ μὲ ἓν ἕτερον τῶν Καραμεραίων, οἱ ὁποῖοι περιγράφουν τὸν ἀποκλεισμὸν τοῦ Χλουμουτζίου. Ἀπὸ δὲ τὸν κύριον Ζαΐμην δὲν ἔχω κᾀμμίαν πρόσφατον εἴδησιν πού εὑρίσκεται· ὡσαύτως καὶ διὰ τὸν Νοταρᾶν, εἶναι δύω τρεῖς ἡμέραι ὁποῦ ἀκούομεν συνεχεῖς κρότους κανονοβολισμῶν κατὰ τὴν Γαστούνην, ἀλλὰ τὶ γίνεται δὲν ἠξεύρομεν. Ὡς τόσον ἐγώ σκοπεύω νὰ εἰσβάλωμεν εἰς τὴν Τριπολιτσὰν νὰ τὴν κατεδαφίσωμεν, ἀνίσως καὶ μᾶς δοθοῦν ἐκεῖνα τὰ ἀνάλογα μέσα ἀπὸ τὴν Σ. Διοίκησιν, δηλ. δεκαπέντε χιλιάδες ὀκάδες παξιμάδι, τὸ ὁποῖον ἕτοιμον νὰ εὑρίσκεται εἰς τὸ φροντιστήριον εἰς τὴν Ἀλωνίστεναν, δεκαπέντε χιλιάδας δεκάρια φισέκια, πέτρας καὶ τζαρούχια, καὶ ἐνταυτῷ νὰ βιάσῃ ἡ Διοίκησις καὶ τοὺς Λακεδαιμονίους διὰ νὰ τρέξωσιν εἰς τὸ στρατόπεδον, τοὺς Ἁγιοπετρίτας, νὰ διατάξῃ καὶ τοὺς ὁπλαρχηγοὺς Νικῆταν καὶ Γενναῖον νὰ ἐξέλθωσιν εἰς τὴν Πελοπόννησον. Αὐτὰ ταῦτα χρεωστεῖ καὶ δύναται νὰ τα βάλῃ εἰς πρᾶξιν μόνη ἡ Διοίκησις· διατὶ ἄν ἐγώ εἶχον τὰ ἀναγκαιοῦντα [[τὴν ἀφθονίαν των τροφάς]], δηλ. ψωμὶ και φισέκια καὶ τοὺς ὑποσχεθέντας μισθοὺς τῶν στρατιωτῶν, ποτὲ δὲν διέβαινον οἱ Τοῦρκοι ἀπὸ τὰ Δερβένια. Εἶχον πάντοτε ὑποχρεουμένους τοὺς Λεονταρίτας καὶ Καμπίσιους νὰ στέκωνται ἀδιάλυτοι εἰς μίαν θέσιν.
Ἕξοχον ὑπουργεῖον! Τὸ τῆς οἰκονομίας κεφάλαιον εἰς τὰ πολεμικὰ ἐπιχειρήματα εἶναι τὸ πρότιστον προκαταρκτικώτατον καὶ ἄνευ τοῦ ὁποίου φυσικῶς ἀδύνατον νὰ σταθεῖ στρατόπεδον καὶ νὰ ὑπάρξῃ πόλεμος. Δύο τρία παλιάλογα ὅπου εἶναι ὅλα ὅλα εἰς τὸ στρατόπεδὸν μας, καὶ αὐτὰ ἐψόφησαν χωρίς κριθάρι· οἰκονομίαν καὶ ἀπὸ κἀνὲν ἄλλο μέρος νὰ κάμωμεν δὲν δυνάμεθα· ἀλλ’ οὔτε εὑρίσκεται. Εἴκοσι παράδες τὴν ὀκὰν τὸ κριθάρι δίδομεν καὶ δὲν εὑρίσκομεν ν’ ἀγοράσωμεν. Ἐπίτηδες λοιπὸν διευθύνω τὸν παρόντα πεζὸν πρὸς τὸ ἔξοχον ὑπουργεῖον μὲ τὴν παροῦσαν μου, τῆς ὁποίας περιμένω μὲ ἀνυπομονησίαν ἀπάντησιν καὶ ἐντοσούτῳ μένω μὲ σέβας.
[ἄλλο χέρι, πλαγίως:]
ἴσον ἀποκρίσεώς μας πρὸς τὸ ὑπουργεῖον [[τοῦ Πολέμου]]
14 9βρίου 1825
|